Θέσεις

ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
ΤΑΞΙΚΗ ΜΑΧΗΤΙΚΗ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΓΙΑ ΑΝΑΧΑIΤΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ
ΓΙΑ ΝΕΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
Ο ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Η περίοδος της κρίσης που βιώνουμε είναι κρίση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, της υπερσυσώρευσης του κεφαλαίου, της αύξησης των κερδών και ισχύος του. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου ενισχύουν τους μηχανισμούς εκμετάλλευσης και οικοδομούν την ανασυγκρότηση της ηγεμονίας τους σε βάρος της εργασίας και των κοινωνικών κατακτήσεων.
 
Ο νεοφιλελευθερισμός, με την εφαρμογή της πολιτικής Θάτσερ και Ρήγκαν, το Μάαστριχ, τη Λευκή Βίβλο, την ευελφάλεια, με τις έννοιες της "ανταγωνιστικότητας", του "μικρότερου κράτους", της "ιδιωτικοποίησης", με την απελευθέρωση των αγορών, με την εμπορευματοποίηση των πάντων, με την απορρύθμιση της εργασίας και τη διαρκή μείωση του κόστους της, όπως και την παράλληλη μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου, απέκτησαν ιδεολογική και πολιτική ισχύ χωρίς η Αριστερά και το εργατικό κίνημα να κατορθώσουν να προβάλουν αποτελεσματικές αντιστάσεις.
Στην ίδια κατεύθυνση, το σοκ που επέφερε η σοβιετική κατάρρευση και οι απογοητεύσεις που γέννησε, σε συνάρτηση με τη διάχυση και την εμπέδωση των νεοφιλελεύθερων δοξασιών, οδήγησε στην υποχώρηση των αξιών της συλλογικής δράσης και στο ξεθώριασμα των συλλογικών οραμάτων ενώ επέτρεψε στο νεοφιλελευθερισμό να  κυριαρχήσει ιδεολογικά. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική, όπως ασκήθηκε και υλοποιήθηκε σε όλα τα επίπεδα, όξυνε τις αντιθέσεις και την κρίση του συστήματος, οδηγώντας το στη σημερινή φάση της ωμής βαρβαρότητας.
Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία επιχείρησε και πέτυχε σε μεγάλο βαθμό να συνδέσει τον ατομισμό με την ελευθερία και να αποδιοργανώσει την αξιακή σφαίρα που ορίζει το συλλογικό και το ταξικό, υπονομεύοντας παράλληλα την ίδια την έννοια των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών. Έτσι έδωσε τη δυνατότητα στις δυνάμεις του κεφαλαίου να δημιουργήσουν συμμαχίες με μεσαία στρώματα, αλλά και τμήματα των εργαζομένων, και να εμπεδώσουν σε μεγάλο βαθμό την αυταπάτη ότι τα συμφέροντα του κεφαλαίου διεθνώς και των αστικών τάξεων σε εθνικό επίπεδο εναρμονίζονται με τα συμφέροντα των κοινωνιών. Η ιδεολογία αυτή πέτυχε σε μεγάλο βαθμό να καταστήσει πειστική την ιδέα ότι είναι αδύνατον να τροποποιηθεί η επικρατούσα τάξη πραγμάτων και συνεπώς ότι οι αγώνες δεν έχουν δυνατότητα να αλλάξουν τα δεδομένα.
Τις προηγούμενες δεκαετίες, το εργατικό και το λαϊκό κίνημα δέχτηκε μεγάλες επιθέσεις με αποτέλεσμα να αποδυναμωθεί σημαντικά η συλλογική πάλη και να υπονομευθεί ο αγωνιστικός προσανατολισμός και ο ίδιος ο χαρακτήρας του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Οι αντιλήψεις μιας μεταλλαγμένης σοσιαλδημοκρατίας συνέδραμαν αποφασιστικά στην ίδια κατεύθυνση μέσα από την αλλοίωση των εργατικών συνειδήσεων, βαθαίνοντας έτσι ακόμη περισσότερο την κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Το κοινωνικό σοκ που δημιούργησε η μεγαλύτερη επίθεση του νεοφιλελευθερισμού που έχουμε ποτέ γνωρίσει, βαθαίνει και διευρύνεται. Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας συγκλονίζονται από την επίθεση.
Ωστόσο οι αγώνες των εργαζομένων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο δεν σταμάτησαν. Οι αγώνες ενάντια στην νεοφιλελεύθερη Ευρώπη και στις τεράστιες ανισότητες που δημιουργήθηκαν, με την ουσιαστική συνδρομή του ελληνικού, του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου κοινωνικού φόρουμ, έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού και να αναπτερώνουν την ελπίδα για μεγάλες αλλαγές.
Ήδη δημιουργείται έδαφος για αντεπίθεση, για τη συγκρότηση ενός μεγάλου κινήματος αντίστασης και ανατροπής, για ένα δυναμικό λαϊκό ρεύμα αγώνων που θα αμφισβητήσει τη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, που θα δώσει τη μάχη ενάντια στα μνημόνια, το χρέος και τη λιτότητα, που θα συναντηθεί με τα συνδικάτα και τα κινήματα της Ευρώπης και θα δημιουργήσει τις δυνατότητες ρήξης με τον νεοφιλελευθερισμό αλλά και τον ίδιο τον καπιταλισμό.
Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΝΕΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
Η πολιτική λιτότητας που εγκαθιδρύθηκε από την Θάτσερ έγινε η επίσημη πολιτική της Ε.Ε και προωθείται σταθερά στις περισσότερες χώρες. Στο όνομα των δημοσιονομικών προβλημάτων και του χρέους, η πολιτική αυτή θωρακίζεται θεσμικά, ακόμη και συνταγματικά, και αξιοποιείται ως ευκαιρία του κεφαλαίου για τον ανασχεδιασμό των πηγών κερδοφορίας του, για την εντεινόμενη εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας και για τη γενίκευση της ανεργίας.
Στην Ελλάδα η καπιταλιστική κρίση εκδηλώθηκε με ακραίο τρόπο. Στη βάση της πορείας οικοδόμησης της ΕΕ, με δεδομένη την ΟΝΕ και την αρχιτεκτονική του ευρώ, η πολιτική που ακολούθησαν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της χώρας, παρέδωσε τα πάντα στον νεοφιλελευθερισμό ενώ παράλληλα προσπάθησε να αποπροσανατολίσει πλήρως την κοινωνία ως προς τα πραγματικά χαρακτηριστικά και τα πραγματικά αίτια της κρίσης.
Τα μνημόνια που υπέγραψαν οι ελληνικές κυβερνήσεις με την Τρόικα ( ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ) έγιναν το όχημα για να προωθηθούν και να νομιμοποιηθούν οι νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις. Το χρέος έγινε εργαλείο εκφοβισμού και μοχλός για την εμπέδωση της συνολικής πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού, μέσω της ασφυκτικής πρόσδεσης στους διεθνείς καπιταλιστικούς μηχανισμούς και υπό τον έλεγχο των κυρίαρχων πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων της ΕΕ.
Οι εργαζόμενοι και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα έχουν δεχθεί μια ανελέητη επίθεση, της οποίας οι συνέπειες μπορούν να συγκριθούν μόνο με συνέπειες πολέμου. Τα τέσσερα χρόνια των μνημονίων μετρούν σαν να πέρασαν δεκαετίες. Παράλληλα, η διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων υποχώρησε σημαντικά και ο συσχετισμός των κοινωνικών δυνάμεων έχει γείρει πολύ, σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας. Οι τεράστιες αυτές αλλαγές συνιστούν μεγάλη υποχώρηση της εργατικής τάξης, τέτοια που, αν δεν δημιουργηθεί ταχύτατα μια αντίστροφη πορεία, κινδυνεύει να εκλάβει χαρακτηριστικά στρατηγικής ήττας.
ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΟ
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Σήμερα όλο και περισσότεροι παραδέχονται ότι τα μνημονιακά προγράμματα συνιστούν συνειδητή επιλογή με στόχο τη συνολική νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της κοινωνίας μας, ότι το χρέος δεν μπορεί να εξοφληθεί, ότι η πρόταση για την επιμήκυνση της αποπληρωμής δεν είναι παρά συνταγή για την πρόσθετη επιβάρυνσή του.
Αλλά η κατάσταση που περνάμε έχει και μια άλλη πλευρά. Έχουν αρχίσει να συντελούνται μεγάλες ταξικές- συνειδησιακές-αξιακές ανακατατάξεις και αφυπνίσεις. Η ταξική πάλη αναζωπυρώνεται. Μετά το αρχικό σοκ, οι εργαζόμενοι αρχίζουν να αμφισβητούν τον νεοφιλελεύθερο μονόδρομο και δείχνουν ότι μπορούν να αγωνίζονται. Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, παρά την κρίση του, έχει δυνατότητες ανασύνταξης και ανασυγκρότησης. Μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στη δημιουργία ενός ρεύματος πολιτικής ανατροπής, με άμεσο στόχο την ακύρωση των μνημονίων και των νεοφιλελεύθερων αντιλαϊκών πολιτικών, για μια προοδευτική ριζοσπαστική αλλαγή στη χώρα μας.
Έτσι διαμορφώνονται τα μέτωπα της αντιπαράθεσης. Η καταστροφή της χώρας έναντι των δρόμων εξόδου από την κρίση και η λυσσαλέα προσπάθεια του συστήματος να υπερασπιστεί τις επιλογές του έναντι της οργάνωσης της αντίστασης των εργαζομένων και όλων των θυμάτων του μνημονίου συνιστούν το νέο πεδίο της κοινωνικής αντιπαράθεσης. Εκεί συγκροτούνται οι προκλήσεις της εποχής.
ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΣΥΘΕΜΕΛΑ ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί έχουν ως βασικό παρανομαστή, την αλλαγή του μοντέλου της μισθωτής εργασίας. Αν και πηγή του παραγόμενου πλούτου, αυτή εξακολουθεί να δέχεται πρωτοφανείς επιθέσεις από τις εγχώριες και διεθνείς κυρίαρχες δυνάμεις και ωθείται στην πλήρη ισοπέδωση. Οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις έχουν ήδη δημιουργήσει ένα νέο τοπίο για ολόκληρο το φάσμα της μισθωτής εργασίας.
Η επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους ξεκίνησε μεθοδευμένα από τον δημόσιο τομέα, για να  κτυπήσουν τελικά σε δεύτερο χρόνο, τον σκληρό πυρήνα δικαιωμάτων των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Στα αποτελέσματα της επίθεσης αυτής, συνέτεινε δυστυχώς και ο συντεχνιακός συνδικαλισμός που είχε εν μέρει αναπτυχθεί κυρίως στις ΔΕΚΟ και στον δημόσιο τομέα.
Τα προγράμματα συρρίκνωσης του δημοσίου, η κατάργηση φορέων, οι απολύσεις- διαθεσιμότητες, η εισβολή ελαστικών σχέσεων απασχόλησης καθώς και προγραμμάτων ανακύκλωσης της ανεργίας, η συνολική αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, συγκροτούν έναν συνολικό σχεδιασμό συρρίκνωσης του δημόσιου τομέα και εκχώρησης των δημοσίων κοινωνικών αγαθών στους ιδιώτες. Οι απολύσεις τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα είναι μαζικές. Πάνω από 100.000 επιχειρήσεις έχουν ήδη κλείσει, ενώ μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι βρέθηκαν στον δρόμο. Σήμερα η ανεργία στους νέους έχει ξεπεράσει το 60% και των γυναικών το 31%, ενώ η μακροχρόνια ανεργία πλησιάζει το 71%. Η μαζική ανεργία, όταν το 1/3 του οικονομικά ενεργού πληθυσμού βρίσκεται χωρίς δουλειά, απειλεί καίρια την ίδια τη συνοχή της εργατικής τάξης.
Από την άλλη μεριά, αναπτύσσονται νέα "είδη" μισθωτής εργασίας, υπό όρους πολύ πιο άγριας εκμετάλλευσης. Μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, συγκεντρώνει εκείνους που χαρακτηρίζονται ως «οι εκτός των τειχών», αποτελείται στην συντριπτική πλειοψηφία του από νεότερες γενιές εργαζομένων, δηλαδή τη φυσική πηγή ανανέωσης και μαζικοποίησης των συνδικάτων.
Η σύνθεση της μισθωτής εργασίας παρουσιάζει και άλλες αλλαγές, δημιουργώντας ένα αντιφατικό σκηνικό. Νέες γκρίζες ζώνες σχηματίζονται και νέοι διαχωρισμοί παρατηρούνται σε ένα άναρχο και αντεργατικό περιβάλλον όπου η παραδοσιακή διάκριση μεταξύ μισθωτής εργασίας και άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος τείνει να εκλείψει. Έτσι οι ίδιοι οι όροι εκπροσώπησης αποσταθεροποιούνται πλήρως. Επίσης, τόσο η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας με την κυριαρχία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων όσο και η συστηματική απαξίωση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους συντελούν στην εξάπλωση της “μαύρης” εργασίας.
Συνολικό αποτέλεσμα είναι η συμπίεση και η απαξίωση της εργασίας: Μετά από τις δεκαετίες κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, και μετά μια τετραετία δραματικής εσωτερικής υποτίμησης, η μισθωτή εργασία είναι σημαντικά πιο ολιγάριθμη, εισοδηματικά εξαιρετικά εξασθενημένη, κοινωνικά και πολιτικά αποδυναμωμένη, περισσότερο ανασφαλής και με μειωμένη αυτοπεποίθηση.
Μολαταύτα το εξαιρετικά αρνητικό περιβάλλον δεν μας πτοεί. Στο έδαφός του, στο έδαφος της νέας κοινότητας προβλημάτων, δημιουργείται η δυνατότητα της νέας συσπείρωσης των εργαζομένων απέναντι σε έναν κοινό αντίπαλο. Υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις μπορεί να δημιουργηθεί και να αναπτυχθεί μια ελπιδοφόρα τάση ριζοσπαστικοποίησης των εργαζομένων η οποία, με τη συστηματική παρέμβαση του ταξικού, αυτόνομου και αντινεοφιλελεύθερου ρεύματος μέσα στα συνδικάτα, μπορεί να αποκτήσει γνήσιο προοδευτικό προσανατολισμό.
Αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος μας: να  εμπνεύσουμε μια νέα φάση ριζικής ανασυγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος, μια νέα φάση συσπείρωσης και αγωνιστικής παρέμβασης των εργαζομένων, ώστε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να γίνουν η κινητήρια δύναμη της ανατροπής, της ριζοσπαστικής προοδευτικής αλλαγής, του κοινωνικού μετασχηματισμού της χώρας μας.
Το συνδικαλιστικό τοπίο στην Ελλάδα 
Ωστόσο, η κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος και οι αιτίες που φτάσαμε μέχρι εδώ δεν εξηγούνται μονοσήμαντα. Υπήρξαν αντικειμενικές και υποκειμενικές αιτίες που συνέτειναν στην αποδιάρθρωση και την απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα από την ίδρυσή του, αντιμετώπισε κρατικές και εργοδοτικές παρεμβάσεις. Στην πορεία της εξέλιξής του, διαμόρφωσε έναν διεκδικητικό και συγκρουσιακό χαρακτήρα που εντάθηκε στην διάρκεια της μεταπολίτευσης. Παράλληλα διατήρησε την οργανωτική του ενότητα, παρά την έντονη ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο εσωτερικό του, σε αντίθεση με πολλές χώρες της Ευρώπης, που για ιστορικούς λόγους τα συνδικάτα είχαν διασπαστεί.
Στη πορεία όμως τα συνδικάτα χάνουν σταδιακά τον ριζοσπαστισμό τους και αποστασιοποιούνται από την αρχή της ταξικής πάλης. Ενσωματώνουν συναινετικά στοιχεία στη λογική τους και  αναζητούν, μέσα από τον προσχηματικό κοινωνικό διάλογο, συναινέσεις, υπό την αιγίδα της κρατικής εξουσίας.
Μερικοί ενδιεκτικοί λόγοι που οδήγησαν προς την αρνητική - για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης- κατεύθυνση ήταν:
·      Συρρικνώνουν διαρκώς τους στόχους τους, ασχολούνται με το ειδικό και το μερικό,  χάνοντας από το οπτικό τους πεδίο την μεγάλη εικόνα της αντιπαράθεσης με τον ταξικό αντίπαλο.  
·      Η ενσωμάτωση και η εξάρτηση της συνδικαλιστικής ηγεσίας ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ προς την κυβερνητική εξουσία και το πολιτικό σύστημα.
·      Η ενίσχυση της εργοδοτικής παρέμβασης στο συνδικαλιστικό κίνημα, κυρίως μέσα από τα επιχειρησιακά σωματεία, τις Ενώσεις προσώπων και όχι μόνο. Η τρομοκρατία και η ένταση της μεθοδευμένης επίθεσης στα συνδικάτα.
·      Η λαθεμένη επιλογή της ηγεσίας του ΠΑΜΕ, να διασπάσει την κοινή δράση του συνδικαλιστικού κινήματος, στάση που είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της παρέμβασης των ταξικών δυνάμεων σε όλη την κλίμακα του κινήματος.
·      Η αδυναμία -λόγω συσχετισμών- του αυτόνομου ταξικού ρεύματος να επηρεάσει τα πράγματα, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που έκανε για να πρυτανεύσει η αγωνιστική ενότητα δράσης και να αποδυναμωθεί ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός.
·      Η χαμηλή συνδικαλιστική πυκνότητα, με εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά στον ιδιωτικό τομέα, ισχυρή βάση και μαζικότητα αλλά με έντονα συντεχνιακά χαρακτηριστικά στο δημόσιο τομέα, αποτελούν μερικές από τις αιτίες της κρίσης του «σ.κ», όπως επίσης το έλλειμμα στους νέους και στα «κοιτάσματα» της μισθωτής εργασίας.
Στη κρίση όμως του συνδικαλιστικού κινήματος εκτός από τους υποκειμενικούς παράγοντες επέδρασαν σοβαρά και αντικειμενικές αιτίες.
Οι επιπτώσεις από την αλματώδη αύξηση της ανεργίας και των απολύσεων, οι αλλαγές στο παραγωγικό πρότυπο- με την ανάπτυξη των υπηρεσιών και την ένταση της διεθνοποίησης της οικονομίας- οι αλλαγές στη σύνθεση των μισθωτών, η δημιουργία του νέου ευέλικτου εργασιακού προτύπου, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, η κατάργηση των συλλογικών και κοινωνικών δικαιωμάτων- του εργατικού δικαίου και η δραματική μείωση των εισοδημάτων, αποτελούν  πρόσθετες αιτίες της κρίσης του «σ.κ.» που αποδίδονται στους νέους όρους της καπιταλιστικής συσσώρευσης.
Όλα αυτά οδήγησαν στον κατακερματισμό των συμφερόντων μέσα στην εργατική τάξη, λειτούργησαν ανασταλτικά στην συγκρότηση ταξικής συνείδησης, αποδυνάμωσαν τη μαχητικότητα, τη συλλογική δράση και την διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων, ενώ ταυτόχρονα  υπέσκαψαν την αυτοπεποίθηση και την αγωνιστικότητα των εργαζομένων.
Οι δυνάμεις της συναίνεσης σε ενιαίο μνημονιακό πόλο
Σε αυτή τη πρωτόγνωρη επίθεση του κεφαλαίου, που την εκπροσώπησε λυσσαλέα ένας ισχυρός νεοφιλελεύθερος πόλος και ένα συνεκτικό μνημονιακό καθεστώς, δεν υπήρξε αντίστοιχα- και ιδιαίτερα την πρώτη περίοδο- ισχυρός αντίπαλος κοινωνικοπολιτικός πόλος από όλες τις κοινωνικές δυνάμεις που πλήττονται, ώστε να δώσει την μεγάλη μάχη της εποχής. Μια μάχη, ιδεολογική, ταξική, πολιτική και κοινωνική.
Οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής ηγετικής πλειοψηφίας ΠΑΣΚΕ- ΔΑΚΕ, αποδέχθηκαν επί της ουσίας τα μνημόνια ως μονόδρομο και εντάχθηκαν πλήρως στο μνημονιακό δόγμα. Περιορίζοντας την κριτική τους στην αντιμετώπιση των επαχθών όρων και μόνο. Από την άλλη, δεν οργάνωσαν την συνολική αντίσταση της εργατικής τάξης, περιορίστηκαν σε έναν χαλαρό, κλασσικού τύπου αμυντικό συνδικαλιστικό αγώνα, χωρίς τα απαραίτητα πολιτικά χαρακτηριστικά που χρειαζόταν αυτός ο αγώνας.
Η τακτική που ακολούθησαν οι κυβερνητικές παρατάξεις διευκόλυνε τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Αμβλύνθηκαν, πλέον, οι μέχρι χθες, επιμέρους διαφορές τους και διαμορφώθηκε ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ τους. Οι ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ αποτελούν πλέον δύο  συνεργαζόμενα τμήματα σε έναν νέο ενιαίο πόλο του «σ.κ.», τον μνημονιακό κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Οι γραμμές του απομονωτισμού
Τα αναχώματα ενισχύθηκαν,  δυστυχώς και από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ. Την ώρα που απαιτείται, η μεγαλύτερη δυνατή ενότητα των εργαζομένων, οι δυνάμεις αυτές συνεχίζουν να κινούνται στα νερά της κομματικής τους αναφοράς, αναζητώντας τον κυρίαρχο εχθρό στο εσωτερικό του κινήματος. Θέλουν να επιδεικνύονται ως η μοναδική δύναμη δράσης και στα όρια μιας ταξικής και πολιτικής ανευθυνότητας, βάζουν πρόσθετα εμπόδια στην κοινή δράση των εργαζομένων, στη μαζικοποίηση και στην αποτελεσματικότητα των αγώνων. Παράλληλα δυσκολεύουν κάθε προσπάθεια ξεμπλοκαρίσματος της αγωνιστικής δυναμικής των συνδικάτων, ακόμη κι αυτή τη κρίσιμη στιγμή της μεγάλης και σφοδρής ταξικής αναμέτρησης.
Τέλος πλάθουν την μεγάλη αφήγηση του αύριο, αρνούμενες να ασχοληθούν με το σήμερα και τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων.
Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, κινήθηκαν πολλές φορές ως αγωνιστικό εκκρεμές, ανάμεσα στην κοινή δράση από τη μία πλευρά και στη ξεχωριστή «καθαρή» αγωνιστική ταυτοποίηση από την άλλη. Οι ίδιες δυνάμεις αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πως η επιβεβαίωση της ταξικής και αγωνιστικής διαδρομής δεν φαίνεται μέσα από το κοίταγμα του εαυτού μας στον καθρέπτη, αλλά από την σταθερή προσήλωση για την συνειδητοποίηση και ενεργοποίηση όλης της εργατικής τάξης. Ώστε να αναπτυχθεί το εργατικό κίνημα το οποίο θα συνδέεται και θα εκφράζει τα γενικότερα λαϊκά αιτήματα, σφραγίζοντάς τα με το δικό του ταξικό περιεχόμενο και προοπτική.
Παρ’ όλα αυτά, το «σ.κ.» κατάφερε  με διακυμάνσεις να μπαίνει  στη μάχη της πολιτικής σύγκρουσης και αντιπαράθεσης, μερικές φορές, πάνω ίσως και από τα όρια και τις αντοχές του, αναδεικνύοντας την δυναμική και την αναγκαιότητα της κοινής δράσης .
Υπερασπιστήκαμε  την αγωνιστική ενότητα των εργαζομένων
Η ζωή επιβεβαίωσε την ορθότητα των προτάσεών μας, για τα χαρακτηριστικά της κρίσης, το βάθος και την σφοδρότητα της βάρβαρης επιδρομής, την ανάγκη να κινητοποιηθεί το σύνολο των εργαζομένων ενάντια στα μνημόνια, στη τρόικα και στις αντιλαϊκές κυβερνήσεις.
Υποστηρίξαμε από την αρχή, ότι πρόκειται για σκληρή σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας, και επομένως το  «σ.κ.», χρειάζεται συνολικό συνεκτικό σχέδιο μακράς πνοής.
Προβλέψαμε ότι θα είναι αγώνας μεγάλης διάρκειας και επομένως απαιτούνται κοινωνικές συμμαχίες των εργαζομένων με όλα τα θύματα του μνημονίου, επίσης συντονισμός των δυνάμεων, συμπόρευση με όλα τα κινήματα και  όλοι οι αγώνες μικροί και μεγάλοι  να εντάσσονται στη μάχη αποτροπής των μέτρων και ανατροπής των εφαρμοζόμενων πολιτικών και των κυβερνήσεων που τις εφαρμόζουν.
Επιλέξαμε και την αντιπαράθεση με τις συμβιβασμένες ηγεσίες και την κριτική κατά του απομονωτισμού και της διάσπασης των εργαζομένων. Δεν περιοριστήκαμε σε μια αδιέξοδη και αναποτελεσματική υπερεπαναστατικότητα μεταξύ μας, δεν επιδιώξαμε να αναδειχθούμε ήρωες μεταξύ των ομοίων μας, αλλά κινηθήκαμε με αταλάντευτη επιμονή στην κατεύθυνση, να ενεργοποιηθούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και να δημιουργήσουν τις νέες μεγαλειώδεις στιγμές, αντίστοιχες των ιστορικών παραδόσεων και αγώνων  της εργατικής τάξης.
Ταυτόχρονα, αντισταθήκαμε στην στρατηγική επιδίωξη του συστήματος, να υπονομεύσει και να διαλύσει τα συλλογικά μας εργαλεία, τα συνδικάτα, την ίδια την αξία της συλλογικής δράσης.
Επιμένουμε και υποστηρίζουμε την ανάγκη ανασυγκρότησης του «σ.κ.», την  επαναθεμελίωση του ρόλου και των αξιών του, έτσι ώστε να σταθεί με όρους νίκης, απέναντι στο κεφάλαιο, που επιδιώκει λυσσαλέα την καταστροφή του.
Το συνδικαλιστικό κίνημα να γίνει ο ορατός εκπρόσωπος της εργατικής τάξης.
Το «σ.κ» είχε αποποιηθεί προ πολλού την κριτική του στο καπιταλιστικό σύστημα, παρά τις αμφισβητήσεις του ταξικού ρεύματος μέσα στα συνδικάτα και κινήθηκε στη πρακτική διεκδίκησης του «ανθρώπινου προσώπου» του καπιταλισμού. Οι αντιλήψεις της «αναπόφευκτης προσαρμογής» αντιμετωπίστηκαν περίπου ως φυσικά φαινόμενα από το εργατικό κίνημα.
Η χαλαρή αντίσταση στον καταναλωτισμό και τον ατομικισμό, ο εκμαυλισμός των συνειδήσεων από την περίοδο των μεγάλων αφηγήσεων του εκσυγχρονισμού και τα ιδεολογήματα της ταξικής συναίνεσης και των κοινωνικών διαλόγων δημιούργησαν ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. απομακρυσμένα όλο και πιο πολύ από τη βάση  των αναγκών των εργαζομένων.
Η ορολογία του συνδικαλιστικού κινήματος βρέθηκε σε μια άτυπη ποινικοποίηση- έννοιες όπως- . «ταξική πάλη», «εκμετάλλευση», «καπιταλισμός», «κεφάλαιο», έγιναν φοβικά σύνδρομα που δεν χωρούσαν στην «εξευγενισμένη» εποχή της  εργασιακής ειρήνης, της κοινωνικής συναίνεσης και των κοινωνικών εταίρων.
Όταν  με την μνημονιακή επιδρομή μεταφερθήκαμε  όμως από το τοπίο των ειρηνικών διευθετήσεων στο πολεμικό τοπίο ενάντια στους εργαζόμενους και τα συνδικάτα, όλα τα εργαλεία οργάνωσης των εργαζομένων βρέθηκαν παροπλισμένα, αδύναμα, απαξιωμένα, πολλά δε ενσωματωμένα στην ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού.
Το «σ.κ.» πρέπει επειγόντως να μεταπηδήσει από το πεδίο του συνομιλητή στο πεδίο του ανταγωνιστή, να συγκροτήσει τα επιχειρήματά του, τις παρεμβάσεις του, τις διεκδικήσεις και τις συμμαχίες, που θα το καταστήσουν ορατό εκπρόσωπο της δικής μας  πλευράς.
ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Βασικά στοιχεία αποτίμησης

Το «σ.κ.» βρέθηκε αποδυναμωμένο, απροετοίμαστο, χωρίς στρατηγική, χωρίς σχεδιασμό., Παρουσίασε στιγμές νάρκωσης και απραξίας αλλά και στιγμές μεγάλης έντασης και ταξικής αντιπαράθεσης, με τις συνδικαλιστικές δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς να βρίσκονται στην στη πρώτη γραμμή αυτής της μάχης. Εάν μάλιστα δεν μεσολαβούσαν οι σεκταριστικοί παραλογισμοί των διαχωρισμών εντός της αριστεράς, ίσως να υπήρχε και διαφορετική έκβαση του αγώνα.
Το μνημονιακό καθεστώς βρέθηκε μπροστά σε αντιστάσεις που δεν τις υπολόγιζε. Οι εργαζόμενοι αξιολόγησαν το πρωτεύον κέλευσμα των καιρών και ανταποκρίθηκαν αρκετές φορές στις απεργιακές κινητοποιήσεις των συνδικάτων, ανέδειξαν την αναντικατάστατη αξία της αγωνιστικής δράσης, ξεπέρασαν πολλές φορές τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες και βγήκαν  στους δρόμους, μάλιστα, μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, των υψηλών ποσοστών ανεργίας και των μαζικών απολύσεων.
Σε όλες τις αντιστάσεις που αναπτύχθηκαν στα χρόνια της αντιμνημονιακής πάλης, οι αγώνες των συνδικάτων είχαν καθοριστική συμβολή. Τροφοδότησαν πολιτικές διεργασίες και ανακατατάξεις, διεθνοποίησαν με τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις την πολιτική πάλη που διεξάγεται στη χώρα μας, απέδειξαν ότι, παρά την στρατηγική επιδίωξη της καταστροφής των συνδικάτων, δεν ήρθε το τέλος τους, απεναντίας απέδειξαν την απόλυτη αναγκαιότητά τους.
Πολλοί αγώνες πραγματοποιήθηκαν «από τα κάτω», σε χώρους εργασίας με μεγάλη συμμετοχή των εργαζομένων και έδωσαν νέα πνοή και δυναμική στο «σ.κ.»
Οι αγώνες των εργαζομένων στις συγκοινωνίες, στην ΕΡΤ, στη Χαλυβουργία, στην Εύβοια, στους ΟΤΑ, στα σχολεία, στα Πανεπιστήμια, στην Υγεία, σε επιχειρήσεις, σε εργοστάσια και σε πολλούς ακόμη κλάδους, σήκωσαν την αντιπαράθεση με τις κυβερνητικές μνημονιακές πολιτικές. Κάθε ημέρα συνεχίζονται σκληροί αγώνες στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα και αναδεικνύουν στα μάτια των εργαζομένων, την αξία και τη δύναμη της συλλογικής δράσης και των συνδικάτων.
Αποτελούν δυνατά και ελπιδοφόρα παραδείγματα αξιοπιστίας, αξιοπρέπειας και αντίστασης, με δυνατό πολιτικό και κοινωνικό συμβολισμό, αποτυπώνουν την δυνατότητα μετάβασης σε μια νέα περίοδο ανασυγκρότησης και επιστροφής του «σ.κ.» στις ριζοσπαστικές του καταβολές.
Δυνατά σημεία της περιόδου ήταν η δημιουργία νέων συλλογικοτήτων και η ελπιδοφόρα δημιουργία νέων συνδικάτων σε χώρους της επισφάλειας που εργάζονται κυρίως νέοι εργαζόμενοι. Επίσης τα κινήματα πολιτικής ανυπακοής, η αντίσταση στις πλατείες, η ανάπτυξη δομών και δράσεων αλληλεγγύης.  Η αποκέντρωση των δράσεων προς τα κάτω, με τις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές, τις  επιτροπές ενάντια σε αντικοινωνικά και αντιλαϊκά μέτρα και τις επιτροπές «δεν πληρώνω», που ανέπτυξαν αυτόνομες δράσεις αλλά και συνδέθηκαν με τις κεντρικές κινητοποιήσεις. Μέσω αυτών, άνθρωποι διαφορετικών αφετηριών, ιδεολογιών και κοινωνικών χαρακτηριστικών συνδέθηκαν με την ιδέα της συλλογικής δράσης, δημιουργώντας το πρόπλασμα μιας λαϊκής κοινωνικής συμμαχίας αντίστασης και ανατροπής.
Αδύνατα σημεία ήταν, το έλλειμμα συντονισμού των αγώνων και των δυνάμεων.
Αλλά παρά τον μεγάλο αριθμό των κινητοποιήσεων, το κίνημα σε όλες τις εκφάνσεις του δεν κατάφερε να αποτρέψει τα βάρβαρα μέτρα των κυβερνήσεων και της τρόικα. Αυτό οφείλεται σε μια σειρά από πρόσθετους λόγους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς, όπως:
Η ένταση της επίθεσης, ο ρόλος των ΜΜΕ, επίσης λόγοι που συνδέονται με το ίδιο το «σ.κ.» το οποίο δεν επέλεξε να συγκροτηθεί σ’ ένα αντίπαλο και αξιόπιστο πόλο αναμέτρησης με τις μνημονιακές πολιτικές. Αντίθετα καλλιέργησε, εφησυχασμό, συντεχνιακές λογικές, κ.λ.π. Ακόμη η έλλειψη φαντασίας για τις μορφές πάλης σε συνδυασμό με την εύκολη εξαγγελία των απεργιών δυσκόλευε σε αρκετές περιπτώσεις την μαζικότητα των κινητοποιήσεων
Παράλληλα, οι  εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο οι οποίες λειτούργησαν αντιφατικά, έχουν ιδιαίτερη σημασία. Στις εκλογές του 2012 με την μεγάλη ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, ο κόσμος της εργασίας αναπτέρωσε τις ελπίδες του, αλλά δεν μειώθηκε η κλιμάκωση της εφαρμογής των μνημονίων από την μετέπειτα διακυβέρνηση της τριμερούς συγκυβέρνησης. Η σκληρότητα των κυβερνητικών πολιτικών, ο αυταρχισμός, η ανέχεια των εργαζομένων, η έλλειψη αποτελεσματικότητας, η ανελαστικότητα του πολιτικού συστήματος απέναντι σε όλες τις διεκδικήσεις- χωρίς να μειώσουν την οργή και την αγανάκτηση του κόσμου- οδήγησαν πολλούς σε μια λογική αναμονής των πολιτικών εξελίξεων και μείωσης των προσδοκιών τους, με αποτέλεσμα αντί να επιτευχθεί μια νέα πολιτικοποίηση σε μάχιμη βάση, να κυριαρχεί η λογική της ανάθεσης, η οποία δεν ευνοεί ούτε τους αγώνες ούτε φυσικά δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την πολιτική ανατροπή στη χώρα.
Η δράση του σ.κ. από τα κάτω
Στην αδράνεια της ηγεσίας του «σ.κ.» να κινητοποιηθεί ενάντια στις αντεργατικές πολιτικές, οι παρεμβάσεις του «σ.κ.» από «τα κάτω», στη βάση και τους χώρους δουλειάς, έδωσαν αρκετές φορές, διέξοδο στην ασφυκτική ανάγκη των εργαζομένων να αντιδράσουν.
Ο Συντονισμός των πρωτοβάθμιων σωματείων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προσπάθησε και έδωσε διέξοδο στο να βγούμε από την πλήρη ακινησία του «σ.κ.», δημιουργούσε γεγονότα και κινητικότητα απέναντι στα μνημόνια και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Άσκησε διαρκώς πίεση στις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, που σε συνδυασμό με την πίεση από το εσωτερικό του σ.κ. από τα πάνω και κυρίως με την πίεση από τα κάτω, έγιναν μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις κατά των μνημονίων, αναπτύσσοντας μια νέα κινητικότητα του «σ.κ». Ωστόσο, δεν απέφυγε να εξελιχθεί και ο ίδιος πολλές φορές σε μια  αριστερή γραφειοκρατία, χωρίς την αναγκαία γείωση μέσα στους εργαζόμενους και τα συνδικάτα.
Η πρωτοβουλία των συνδικάτων, να συγκροτήσουν την επιτροπή συνδικάτων και κινημάτων «ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ-ΔΕΝ ΠΟΥΛΑΜΕ-ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ» έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της αντίστασης στο ΣΥΝΤΑΓΜΑ, άνοιξε το δρόμο, παρά τις αρχικές αντιδράσεις, για την παρουσία των συνδικάτων στο ΣΥΝΤΑΓΜΑ. Συνέβαλε στη πολιτικοποίηση των συνθημάτων στη «πλατεία», πολιτικοποίησε την αγανάκτηση και την οργή και την μετέτρεψε σε ρεύμα πολιτικής αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση και τα μνημόνια.
ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ- ΝΕΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ
Η αλλαγή του σκηνικού στη χώρα, οι αλλαγές στην ταξική σύνθεση της εργατικής τάξης, η οικονομική και κοινωνική ερήμωση, έχουν διευρύνει τις ανάγκες και τα αιτήματα των εργαζομένων. Τα συνδικάτα οφείλουν να συγχρονιστούν και να εντάξουν στη δράση τους, τις νέες ανάγκες και τα νέα αιτήματα.
Ιδεολογική μάχη ενάντια στην δοξασία του νεοφιλελευθερισμού
Απέναντι στην ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού οι εργαζόμενοι οφείλουν να αναπτύξουν το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο, με θεμέλιες λίθους τις αξίες της εργασίας, της συλλογικής δράσης, της ταξικής αλληλεγγύης. Να υπερασπιστούν πολιτικά και ιδεολογικά τα δημόσια κοινωνικά αγαθά, τα δικαιώματα και τις συλλογικές κατακτήσεις, ενάντια στον ατομικισμό, την μοιρολατρία, τον ρεαλισμό και την παραίτηση.
Πολιτική η μάχη- πολιτικά τα αιτήματα
Η ανατροπή των βάρβαρων μνημονιακών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, η υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων και ο αγώνας για μια άλλη πολιτική με επίκεντρο τις ανάγκες των πολλών, μπορούν, αναμφισβήτητα, να γίνουν ο κεντρικός πολιτικός στόχος του «σ.κ» για το επόμενο διάστημα.
Τα συνδικάτα, σε αυτές τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, καλούνται να υπερβούν τον  κοινωνικό  τους ρόλο και χωρίς να εγκαταλείπουν και να υποτιμούν  τον αγώνα τους για τα επιμέρους αιτήματα, πρέπει να τον  συνδέουν με την ανάγκη μιας εναλλακτικής πρότασης εξόδου από την κρίση, με νέα οικονομική, κοινωνική, πολιτική ατζέντα, που θα υπηρετεί τις ανάγκες των εργαζομένων και της κοινωνίας. Είναι υπόχρεα να κερδίσουν τις συνειδήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και να προσδιορίζει το νόημα, το όραμα και την ελπίδα στους αγώνες των εργαζομένων.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να προσδιορίσουμε τους αντιπάλους των εργαζομένων, τη μεγάλη εργοδοσία, τα μονοπώλια, τους τραπεζίτες, τους εφοπλιστές, τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές εφαρμογές, τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς μηχανισμούς που τις επιβάλουν, όλο το μνημονιακό σύστημα που τις στηρίζει και τις κυβερνήσεις που τις εφαρμόζουν.
Πρέπει να προσδιορίσουμε πολιτικά τις αιτίες για τη σημερινή κατάσταση της εργατικής τάξης και πως θα την αντιπαλέψουμε. Η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους- στο όνομα του οποίου θυσιάζονται οι εργαζόμενοι- είναι σημείο κεντρικής πολιτικής διεκδίκησης για το εργατικό κίνημα μαζί με την κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων .
Το εργατικό κίνημα σήμερα είναι πολιτικά ώριμο να συνδέει τα μερικά και ειδικά προβλήματα με τα γενικά, είναι πλέον κοινή πεποίθηση, ότι τα προβλήματα θα πολλαπλασιάζονται, αν δεν ηττηθούν και δεν ανατραπούν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές.
Είναι πολιτικά ικανό να υιοθετήσει: την διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους- την δημόσια ιδιοκτησία και κοινωνικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, την πάλη κατά των ιδιωτικοποιήσεων, κατά των απολύσεων, την προστασία των κοινωνικών αγαθών, την  διεκδίκηση μέτρων προστασίας των ανέργων, την συνέχεια της λειτουργίας των επιχειρήσεων που εγκαταλείπονται, με σκοπό την διάσωση των θέσεων εργασίας.
Να αντισταθούμε στην επίθεση που δέχονται τα συνδικάτα
Η διάλυση των συνδικάτων αποτελεί βασική επιδίωξη του κεφαλαίου, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την απρόσκοπτη γενικευμένη επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους.
Για να γίνουν οι εργαζόμενοι λάφυρο στο βωμό του καπιταλισμού και να δοθεί η μάχη σε βάρος της εργασίας και της κοινωνίας με άνισους όρους, πρέπει να υπονομευτούν - να καταστραφούν τα συλλογικά εργαλεία οργάνωσης, να εξολοθρευτούν τα συνδικάτα και κάθε μορφή συλλογικής οργάνωσης της κοινωνίας, έτσι ώστε να αποτραπεί κάθε μαζική οργανωμένη αμφισβήτηση του συστήματος.
Η επίθεση απέναντι στα συνδικάτα και σε κάθε μορφή συλλογικής αντίστασης, πήρε τη μορφή μιας λυσσαλέας εκστρατείας από όλο το μνημονιακό καθεστώς.
Κάθε  συλλογική κοινωνική διαμαρτυρία ενοχοποιείται,  η  τρομοκράτηση του εργατικού κινήματος (καταστολή, ΜΑΤ σε πορείες και απεργιακές συγκεντρώσεις κλπ) εντείνεται, ενώ κομμάτι αυτής της επίθεσης είναι οι επιστρατεύσεις απεργών, η ποινικοποίηση των απεργιακών κινητοποιήσεων, οι απολύσεις συνδικαλιστών. 
Όσο τα συνδικάτα αποδέχονταν την λογική του κοινωνικού εταιρισμού, γινόταν αποδεκτός ο κοινωνικός τους ρόλος. Όταν όμως από το τοπίο της κοινωνικής συναίνεσης και κοινωνικής ειρήνης μεταφερθήκαμε στο πολεμικό ταξικό πεδίο της μάχης, τα συνδικάτα άρχισαν να διαπομπεύονται, να λοιδορούνται, να ανακαλύπτονται «προνόμια και συμφέροντα» και να στοχοποιούνται. Κυβέρνηση και μεγάλη εργοδοσία, δεν του αναγνωρίζουν πλέον ούτε τον ρόλο του συνομιλητή, και στη πιο μικρή, την πιο ανώδυνη μεταρρύθμιση, εξοστρακίζεται από τον δημόσιο διάλογο ως μη συμβατή με τις σημερινές μνημονιακές πρακτικές.   
Τα κυρίαρχα ΜΜΕ μοντάρουν και προβάλουν μια αποκρουστική εικόνα των συνδικάτων, που το ίδιο το σύστημα με την δική του συμμετοχή και με τους δικούς του συγκεκριμένους ανθρώπους κατασκεύασε, για να πλήξουν την εικόνα και το κύρος των συνδικάτων. Ο κυρίαρχος λόγος μετατρέπει την έννοια των συνδικάτων, από συλλογικά όργανα εργαζομένων, σε συντεχνίες συνδικαλιστών. Ο στόχος τους δεν είναι να πληγούν απλά τα πρόσωπα που εκπροσωπούν τους φορείς, αλλά το ίδιο το κύρος και η αξιοπιστία των συνδικαλιστικών οργανώσεων και κυρίως να απαξιωθούν οι αξίες της συλλογικής δράσης.
Οι κοινωνικές διεκδικήσεις στην ατζέντα  των συνδικάτων
Στο πλάι της παραδοσιακής ατζέντας των αιτημάτων, νέα πεδία προβάλουν που αφορούν, την αποτροπή των αυξήσεων στα τιμολόγια των συγκοινωνιών, της ΔΕΗ, στο νερό, την απόκρουση της φοροεπιδρομής, των χαρατσιών, τη διάλυση της Υγείας και της Παιδείας, τη συνολική εμπορευματοποίηση των δημόσιων κοινωνικών αγαθών, τη διάλυση των κοινωνικών δομών, την απόκρουση των πλειστηριασμών.  Στο πλάι αυτών μπαίνει η αυτοδιαχείριση των επιχειρήσεων που κλείνουν, το φαινόμενο της κατά συρροή χρησιμοποίησης του πτωχευτικού «δίκαιου», η μαζική εξάπλωση των απλήρωτων  δεδουλευμένων πολλών μηνών, οι μορφές εργατικού και κοινωνικού ελέγχου καθώς και η οργάνωση της ταξικής, αγωνιστικής και  κοινωνικής αλληλεγγύης.
Ταξική και κοινωνική αλληλεγγύη
Οι νέες εξελίξεις και η σύγκλιση των διαφορετικών εργασιακών καθεστώτων, με όρους γενικής υποβάθμισης της εργασίας, ενισχύουν σήμερα την έννοια της ταξικής αλληλεγγύης των εργαζομένων, μετά από μια μακρά περίοδο  κυριαρχίας του ατομισμού σε βάρος της συλλογικότητας.
Ιδιαίτερα στην εποχή της έντασης και της διεθνοποίησης των παρεμβάσεων του κεφαλαίου, η αλληλεγγύη μεταξύ όλων των τμημάτων και ομάδων των εργαζομένων αλλά και του διεθνοποιημένου προσανατολισμού, αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της δράσης των συνδικάτων.
Στην περίοδο της ανθρωπιστικής κρίσης, που βιώνουμε,  με την υψηλή ανεργία και τη φτώχεια να χτυπάνε « κόκκινο», με το κοινωνικό κράτος να περιορίζεται ή και να καταργείται, η αλληλεγγύη και η κάλυψη των βασικών αναγκών των εργαζομένων, των ανέργων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων πρέπει να ενσωματωθεί στη καθημερινή πρακτική του «σ.κ.»
Απαιτείται ένα πλατύ κίνημα ταξικής και κοινωνικής αλληλεγγύης με δίκτυα και δράσεις των συνδικάτων, που θα διεκδικούν να καλυφθούν οι ανάγκες της Υγείας, της Παιδείας, της κατοικίας, της μετακίνησης, των εργαζομένων, των νέων, των συνταξιούχων.
Κοινωνικές συμμαχίες
Οι μνημονιακές πολιτικές δεν περιορίστηκαν μόνο σε μέτρα κατά των εργαζομένων, αλλά και σε μέτρα που έχουν επιπτώσεις σε όλη την κοινωνία. Μεγάλα τμήματα των αυτοαπασχολούμενων και των μικρομεσαίων έχουν οδηγηθεί σε καταστροφή και περιθωριοποιούνται. Οι εξελίξεις αυτές έχουν δημιουργήσει διευρυμένες δυνατότητες συμμαχιών που δυναμώνουν το μέτωπο κατά των μνημονιακών πολιτικών.
Συνεπώς χρειάζεται μια νέα συνάντηση των εργατικών συνδικάτων με τις αντιστάσεις όλων των θυμάτων του μνημονίου, τα ενδιάμεσα στρώματα, τους μικροεπαγγελματίες, τους φοιτητές για μια πλατιά κοινωνική συμμαχία που θα προωθεί την πολιτική αντιπαράθεση μέσα από κοινές δράσεις για κοινά προβλήματα, θα ενεργοποιεί την πλειοψηφία της κοινωνίας για την ανατροπή και θα διεκδικεί την εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής.
Συνταξιούχοι
Οι συνταξιούχοι αποτελούν μεγάλο και κρίσιμο μέγεθος για τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις. Οι πολιτικές δυνάμεις του μνημονίου στα στρώματα των συνταξιούχων έχουν την μεγαλύτερη πολιτική επιρροή παρά τις συντριπτικές επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών ακριβώς σε αυτήν την κατηγορία πληθυσμού.
Το συνταξιουχικό κίνημα είναι κατακερματισμένο, διασπασμένο και άμαζο. Είναι απαραίτητο να οργανωθεί η ενεργοποίηση των συνταξιούχων στα υπάρχοντα σωματεία αλλά και να ιδρυθούν νέες δομές, που θα καλύπτουν όλους τους συνταξιούχους, ώστε το κίνημα των συνταξιούχων, να εκπροσωπεί και να διεκδικεί τα αιτήματά του  μαζί  με το συνδικαλιστικό και όλα τα κινήματα.
«Σ.κ.» για ολόκληρη την εργατική τάξη
Η αγορά εργασίας αλλάζει και διευρύνεται όλο και περισσότερο. Ο αριθμός των εργαζομένων που εργάζεται σε χώρους και τομείς όπου δεν υπάρχει συλλογικό εργατικό πλαίσιο να τους προστατέψει, μεγαλώνει. Το «σ.κ.» πρέπει να βάλει εντός των τειχών του, τους πιο ευάλωτους και τους πιο αδικημένους, να πάρει πρωτοβουλίες ώστε αυτοί να ενταχθούν στα συνδικάτα και στις μάχες των νέων διεκδικήσεων.
Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε την εμπειρία της συγκρότησης συλλογικών δομών σε ομάδες επισφαλών, να  αναζητήσουμε την διεθνή εμπειρία, να ξεκινήσουμε την συζήτηση με τους ίδιους τους εργαζόμενους για να βοηθήσουμε τόσο στην συγκρότηση των αιτημάτων τους, όσο και στην οργάνωσή τους. Να σχεδιαστεί μεγάλη, σε όγκο και χρόνο, καμπάνια για την ένταξη των «εκτός των τειχών – εντός των συνδικάτων».
Κίνημα κατά της ανεργίας και της επισφάλειας
Η ανεργία εξελίσσεται σε μάστιγα για τους εργαζόμενους, χρησιμοποιείται ως στοιχείο εκφοβισμού και καθυπόταξης, αποσαθρώνει τον κοινωνικό ιστό και οδηγεί στο περιθώριο μεγάλες μάζες εργαζομένων. Σβήνει τις ελπίδες και τα οράματά τους για το μέλλον, τους εξοστρακίζει στη παθογένεια και στον συντηρητισμό, ανοίγει πόρτες αντιδραστικών και φασιστικών προσεγγίσεων.
Τα μεγάλα ποσοστά ανεργίας ιδιαίτερα στη νεολαία, κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη να εκπονήσει το «σ.κ» μια στρατηγική για την παρέμβασή του στους ανέργους καθώς και στην γκρίζα ζώνη της επισφάλειας.
Ωστόσο δεν αρκεί να περιγράφουμε μόνο την κατάσταση πρέπει να πάρουμε πρωτοβουλίες για να μην  αφήσουμε  την ανεργία και τη φτώχεια να εξελιχθούν σε ατομικό ενοχικό σύνδρομο που περιθωριοποιεί και αδρανοποιεί κοινωνικές δυνάμεις.
Το «σ.κ.» δεν πρέπει να αντιμετωπίζει τους ανέργους ως μια ξεχωριστή κοινωνική κατηγορία.  Οι άνεργοι αποτελούν κομμάτι της εργατικής τάξης. Είναι εν δυνάμει εργαζόμενοι και ως τέτοιοι θα πρέπει να επιδιώκεται η ενεργοποίησή τους, όχι εκτός αλλά εντός και παράλληλα του «σ.κ.»
Χρειάζονται μεγάλες μαζικές αντιστάσεις κατά της ανεργίας και της φτώχειας, μέτρα ανακούφισης των ανέργων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Τα αιτήματα ενάντια στην επισφαλή εργασία,  στην απόκρουση των απολύσεων, στην προστασία και επιβίωση των ανέργων είναι οι νέες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος, που θα ενσωματώνουν  εργαζόμενους και ανέργους από κοινού στην πάλη ενάντια στις μνημονικές πολιτικές.
Είναι προφανές ότι κίνημα δεν συγκροτείται με εκφώνηση επί χάρτου, χρειάζεται συλλογική συγκρότηση των ίδιων των ανέργων και επισφαλών που θα εκπροσωπούν  και θα παλεύουν τα αιτήματά τους. Μια προσπάθεια συγκρότησης κινήματος “από τα πάνω” χωρίς την εμπλοκή των ίδιων των ανέργων θα είναι ατελέσφορη.
Για την ένταξη των ανέργων και των επισφαλώς εργαζομένων στα συνδικάτα απαιτούνται αλλαγές σε επίπεδο δομών. Θα πρέπει να είναι σαφές ότι στο σύνολό τους τα σωματεία οφείλουν να διατηρούν εγγεγραμμένα τα μέλη τους που απολύονται. Όσον αφορά τους νέους εξειδικευμένους που είναι άνεργοι χωρίς να έχουν ποτέ εργαστεί,  πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για συμμετοχή τους στα κλαδικά σωματεία χωρίς την υποχρέωση καταβολής συνδρομών (ή με συμβολική συνδρομή). Επίσης, να προταθεί η συμμετοχή των ανέργων στα αντίστοιχα Δ.Σ των σωματείων. Όσον αφορά το κομμάτι των επισφαλώς εργαζομένων, τα σωματεία δεν θα πρέπει να θέτουν περιοριστικούς όρους για την ένταξη εργαζομένων σχετικά με την μορφή των συμβάσεων εργασίας.
Τα Εργατικά Κέντρα έχουν υποχρέωση να ανοίξουν τις πόρτες τους και να γίνουν ο φυσικός χώρος παρουσίας, εγκατάστασης και λειτουργίας των συλλογικοτήτων των ανέργων. Να στηριχθούν οι συγκροτημένες ομάδες και επιτροπές ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων και να βοηθήσουμε στην συγκρότηση και άλλων, στην προσπάθεια συλλογικής συγκρότησης των ανέργων, με σεβασμό στις δικές τους διαδικασίες, υποστηρίζοντας παράλληλα την ένταξή τους στην οργανωτική δομή του συνδικαλιστικού κινήματος.
Οι νέοι και οι νέες να γίνουν η νέα γενιά των συνδικάτων
Οι νέοι εργαζόμενοι είναι μια άλλη γενιά μισθωτών. Μια γενιά που μαστίζεται από την ανεργία, από την παντελή έλλειψη δικαιωμάτων και αμείβεται με μισθούς-χαρτζιλίκι.
Είναι η γενιά που δεν γνωρίζει την πλήρη και σταθερή απασχόληση, ξεκινάει τα εργασιακά της βήματα ως απασχολήσιμο, ευέλικτο και υποαμειβόμενο εργατικό δυναμικό. Είναι η γενιά πειραματόζωο για την κατασκευή ενός νέου προτύπου εργαζομένου υπό τις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (5μηνα κοινωφελή προγράμματα, voucher κλπ). Την ίδια στιγμή το τεράστιο ποσοστό ανεργίας των νέων δημιουργεί ένα περιβάλλον ανασφάλειας και μηδενικών προσδοκιών καθιστώντας τους ευάλωτους σε κάθε είδους πιέσεις.
Το εργασιακό αυτό περιβάλλον, η ανεργία, η απαξίωση των προσδοκιών τους,  η υπάρχουσα κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος- όπως αυτή έχει περιγραφθεί προηγουμένως- η ηγεμονία των νεοφιλελεύθερων ιδεών (ατομισμός, κυνήγι καριέρας κλπ) οδήγησε στην απαξίωση της συλλογικής πάλης και της οργάνωσης  και έχει εντείνει την τάση αποστασιοποίησης των νέων από το συνδικαλισμό.
Οι νέοι εργαζόμενοι προέρχονται από μια γενιά που ωρίμασε και πέρασε στην παραγωγή ενώ “επιδρούσαν” απευθείας πάνω της οι αιτίες της κρίσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Ουσιαστικά πρόκειται για τους εργαζόμενους που γεννήθηκαν τις δεκαετίες '80-αρχές- '90, το διάστημα που αυξήθηκαν οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές αιτίες της κρίσης και της αποσυσπείρωσης. Είναι μια γενιά χωρίς συλλογικές μνήμες και παραστάσεις οργάνωσης, αγώνων, διεκδικήσεων μαχών.
Έτσι μπροστά στα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι, καθώς τα αντιμετωπίζουν ο καθένας και η καθεμιά μόνος/η, ασφαλώς χωρίς αποτέλεσμα, αναπαράγεται  ένας συνεχής κύκλος απογοήτευσης και απομόνωσης.
Το πρόβλημα της ένταξης των  νέων στα συνδικάτα είναι πολυσύνθετο και αρκετά πολύπλοκο. Για να αναπτυχθεί μια κουλτούρα συμμετοχικότητας και συλλογικότητας μέσα στους νέους, απαιτούνται προσεγγίσεις και από τα συνδικάτα αλλά και από τις οργανώσεις των νέων.
Να στραφούμε στη νέα γενιά, να εκπροσωπηθούν τα προβλήματά της, να  εντάξουμε τους νέους εργαζόμενους στα συνδικάτα. Να προχωρήσουμε μαζί στην ανασυγκρότηση και στην ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος.
Τα συνδικάτα οφείλουν να επεξεργαστούν, σε συνεργασία με τις συλλογικότητες των νέων, τρόπους και πολιτικές προσέγγισής τους, να σχηματίσουν δομές υποδοχής και ενημέρωσής τους για το νέο περιβάλλον που εισέρχονται, τους νόμους, τη λειτουργία του, να βοηθούν να ενταχθούν στην εργασία και στην συλλογική οργάνωση των εργαζομένων. Να σχεδιάσουν και να οργανώσουν μεγάλες καμπάνιες και μαζικές εκστρατείες για την ένταξη των νέων εργαζομένων στο εργατικό κίνημα, με δράσεις, παρεμβάσεις, πρωτοβουλίες πανελλαδικής εμβέλειας και μακράς διάρκειας.
Να ενισχύσουν κάθε μικρή και μεγάλη προσπάθεια νέων εργαζομένων, σωματείων με την συμμετοχή νεότερων, αγώνων ενάντια στις τακτικές ηλικιακού διαχωρισμού της εργατικής τάξης κλπ., να αναδείξουν παραδείγματα και νίκες (όσο μικρές και αν είναι στην αρχή) ώστε να γνωρίσει η νεολαία με θετικό τρόπο και την ανάγκη και την δυνατότητα της οργάνωσης στους τόπους δουλειάς και της συλλογικής πάλης.
Η υπόθεση αυτή αποτελεί τομή που πρέπει να κάνει το «σ.κ.», όχι μόνο για το  ίδιο το εργατικό κίνημα αλλά συνολικά για τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, όχι μόνο του παρόντος αλλά κυρίως του μέλλοντος.
Οι μετανάστες κομμάτι της εργατικής τάξης
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι μετανάστες αποτελούν ένα σημαντικό και όλο και μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης στην Ελλάδα. Αποτέλεσαν το πρώτο τμήμα της εργατικής τάξης στο οποίο εφαρμόστηκαν οι εργασιακές συνθήκες που σήμερα αφορούν το σύνολο της μισθωτής εργασίας. Ουσιαστικά, χρησιμοποιήθηκαν ως ένας «δούριος ίππος» για την υποτίμηση των μισθών, την επέκταση της μαύρης εργασίας και την κατάργηση κεκτημένων δικαιωμάτων.
Σήμερα, στο ζενίθ της κρίσης, η τακτική των κυρίαρχων τάξεων είναι η μετατροπή ολοένα ευρύτερων τμημάτων των ντόπιων εργαζομένων σε αδήλωτους - ανασφάλιστους εργαζόμενους με μεροκάματα πείνας, ενώ ταυτόχρονα η θέση των μεταναστών εργαζομένων υποβαθμίζεται ακόμη περισσότερο. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το περιστατικό με τους εργάτες γης της Μανωλάδας.
Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει άμεσα να αναπτύξει πρωτοβουλίες για την ένταξη των μεταναστών εργαζόμενων στους κόλπους της σύγχρονης εργατικής τάξης, να υπερασπιστεί τα δικαιώματά τους και να τους εγγράψει στα σωματεία.
Η πάλη ενάντια στον φασισμό
Η αντιμετώπιση της φασιστικής απειλής στους χώρους δουλειάς, αλλά και ευρύτερα σε κοινωνικό επίπεδο δεν πρέπει  να υποτιμηθεί. Μολονότι η συγκροτημένη και αυτόνομη παρουσία ακροδεξιών πόλων στους χώρους δουλειάς και στις οργανώσεις των εργαζομένων περιορίζεται σήμερα, κυρίως, σε συλλόγους ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων (ιδιοκτήτες ταξί, ιατροί, δικηγόροι), η απήχηση των ξενόφοβων και εθνικιστικών ιδεών στον κόσμο της μισθωτής εργασίας επεκτείνεται. Εμβρυακά σχήματα ή ημι-επίσημες παρατάξεις ακροδεξιών πεποιθήσεων και αναφορών κάνουν την εμφάνισή τους στις συγκοινωνίες, στα σώματα ασφαλείας, στους δήμους και στην βιομηχανία.
Η εξατομίκευση των όρων εργασίας, η απορρύθμιση των συλλογικών εργατικών δικαιωμάτων και η κατάλυση της δημοκρατίας στους χώρους εργασίας, αποτελούν παράγοντες που ενισχύουν το αίσθημα ανασφάλειας και φόβου στις τάξεις των μισθωτών και των ανέργων ισοπεδώνοντας την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και συνθλίβοντας τα συλλογικά οράματα και τις αξίες της εργατικής αλληλεγγύης. Με άλλα λόγια, η αχαλίνωτη διεύρυνση του διευθυντικού δικαιώματος και η προσωπική εργασιακή απελπισία υπό την διαρκή απειλή της φτηνής απόλυσης, της άκρατης ευελιξίας και της απλήρωτης απασχόλησης, στρώνουν με ροδοπέταλα το δρόμο προς την αιματοβαμμένη αγκαλιά των νεοναζιστικών θεωριών περί εθνικής υπερηφάνειας και πατριωτικής πυγμής.
Η ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος στην κατεύθυνση της παροχής αυξημένου επιπέδου εργασιακής και κοινωνικής προστασίας στον απομονωμένο και ηθικά ηττημένο εργαζόμενο, προφανώς αναχαιτίζει μεσοπρόθεσμα την επιρροή των εθνικοσοσιαλιστικών προταγμάτων. Δεν είναι όμως από μόνη της ικανή να περιορίσει δραστικά το φαινόμενο. Απαιτείται εξειδικευμένη καμπάνια στοχευμένων παρεμβάσεων των συνδικάτων σε επιχειρήσεις και σε εργατικές γειτονιές που θα περιλαμβάνει σωρευτικά: α) την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των εργαζομένων, β) την επαναφορά και την διάδοση των αξιών του εργατικού κινήματος για την ομόνοια, την αλληλεγγύη, τον διεθνισμό και την ταξική πάλη, γ) την στήριξη και την ενεργό συμμετοχή σε υφιστάμενες αντιφασιστικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο επιχειρησιακό, κλαδικό ή τοπικό.
Ο πολιτισμός της εργασίας
Ο κόσμος της εργασίας προώθησε το δικό του πνευματικό πολιτισμό, συνδέοντάς τον με την κοινωνική απελευθέρωση του ανθρώπου και γενικότερα με τα ευγενικότερα ιδανικά της ανθρωπότητας: της Ειρήνης, του Αφοπλισμού, της Δικαιοσύνης, της Ισότητας, της Αλληλεγγύης.
Στην σημερινή καταβαράθρωση των ηθικών αξιών και αρχών, στον κίνδυνο εκφασισμού και κανιβαλισμού της κοινωνίας, στην αποθέωση του ατομικισμού, τα συνδικάτα πρέπει να προβάλουν τον δικό τους πολιτισμό.
Ενάντια στη σήψη και τη διαφθορά, τον ατομικισμό και την αδιαφορία, την εμπορευματοποίηση και τον ελιτισμό, τη δουλοπρέπεια και την παραίτηση, τα συνδικάτα να αντιπαρατάξουν το σύστημα αξιών και αρχών του κόσμου της εργασίας,  που είναι οι αξίες της εθελοντικής προσφοράς, της ανιδιοτέλειας, της αλληλεγγύης, της συναδέλφωσης, της δικαιοσύνης, του αντιφασιστικού και φιλειρηνικού πολιτισμού.
Να σταθούμε ορθοί, με ψηλά το κεφάλι, να αγωνιστούμε για το δικαίωμα να ζούμε και να δουλεύουμε με αξιοπρέπεια, να νοιαστούμε για το μέλλον της νέας γενιάς, να γίνουμε το εναλλακτικό  παράδειγμα για όλη την κοινωνία.
Οι εργαζόμενοι στις εγκαταλειμμένες επιχειρήσεις
Το φαινόμενο της εγκατάλειψης των επιχειρήσεων λαμβάνει χαρακτηριστικά πανδημίας αυτή την στιγμή στην χώρα μας, αφήνοντας εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους χωρίς δουλειά ή και χωρίς εισόδημα. Πτωχεύσεις, προ-πτωχευτικές διαδικασίες, εγκατάλειψη επιχειρήσεων και μερική ή ολοσχερής παύση καταβολής αποδοχών ή αποζημιώσεων συνθέτουν ένα ζοφερό σκηνικό εργοδοτικής αυθαιρεσίας, παραγωγικής ερήμωσης και εργασιακής ανασφάλειας. Οι προσπάθειες ανάκτησης της εγκαταλειμμένης παραγωγικής δραστηριότητας για την –κατ’ αρχήν- διάσωση των θέσεων εργασίας, δεν αποτελούν απλά εικόνες από το μέλλον, αλλά μια διεθνή κινηματική πραγματικότητα, την οποία τα ελληνικά συνδικάτα δεν πρέπει να αγνοήσουν.
Διεθνοποίηση της δράσης του σκ
Σε ένα έντονα διεθνοποιημένο οικονομικό περιβάλλον οι τύχες των εργαζομένων κάθε χώρας προσδιορίζονται με βάση τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι αποφάσεις της ηγεσίας της Ε.Ε για την πορεία των χωρών της Ευρώπης και ιδιαίτερα τα μέτρα που προωθούνται τις χώρες του Νότου, δημιουργούν ένα νέο αρνητικό περιβάλλον για τους εργαζόμενους και τις κοινωνίες.
Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ευρώπη περιορίζεται σε επιμέρους πλευρές των επιπτώσεων αυτών των επιλογών. Η ΣΕΣ είχε αποδεχτεί τη στρατηγική της Ε.Ε και όποιες κινητοποιήσεις αποφάσιζε περιορίζονταν σε επιμέρους θέματα. Σήμερα φαίνεται να δυναμώνει ο κριτικός της λόγος, όμως το αποτέλεσμα είναι ακόμα ασθενέστατο, διότι η  ίδια η προηγούμενη δράση αυτών των οργανώσεων έχει υποσκάψει τη δυναμική της. Ωστόσο οι πρωτοβουλίες και η κριτική στάση αρκετών ευρωπαϊκών συνδικαλιστικών οργανώσεων το τελευταίο διάστημα, δημιουργεί ένα νέο πεδίο, δημιουργεί νέες δυνατότητες που πρέπει να αξιοποιηθούν στη κατεύθυνση της κοινής δράσης και των κοινών αιτημάτων. 
Ιδιαίτερα στον Ευρωπαϊκό Νότο, υπάρχει η ιστορική ευκαιρία για συντονισμό, με στόχο έναν μαζικό αγώνα για την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών που εφαρμόζονται στις συγκεκριμένες χώρες. Πέρα από τις διεκδικήσεις σε εθνικό επίπεδο, η ανισοκατανομή πόρων, η απουσία περιφερειακών αναπτυξιακών πολιτικών εντός της Ε.Ε, η ασφυκτική πολιτική σκληρής λιτότητας που επιβάλλεται από την ΕΚΤ,  μπορούν να αποτελούν πεδία κοινής πάλης.
Ένας τέτοιος συντονισμός μπορεί να προσδώσει την απαραίτητη κλίμακα αντίστασης, για να μπει επιτέλους φραγμός στη βαρβαρότητα της κυρίαρχης πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πολύτιμο στοιχείο για αυτό είναι η δυνατότητα ανταλλαγής εμπειριών, η κατάκτηση του θεσμού της ευρωπαϊκής απεργίας, η καθιέρωση συλλογικής διαπραγμάτευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η διεκδίκηση ενός ελάχιστου πλαισίου ρυθμίσεων εργατικού δικαίου κλπ.
Ακόμη να αξιοποιήσουμε την υπάρχουσα ευρωπαϊκή  δικτύωση μεγάλων ελληνικών κλαδικών συνδικάτων να πάρουμε πρωτοβουλίες και να οργανώσουμε κοινές δράσεις, κινητοποιήσεις, απεργίες ταυτόχρονα την ίδια ημέρα κλπ.
Η ΠΑΛΗ ΤΟΥ Σ.Κ. ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ
Οι συνδικαλιστικές διεκδικήσεις πρέπει να εναρμονίζονται εκ των πραγμάτων με την ανάγκη ανατροπής των εφαρμοζόμενων πολιτικών και την διεκδίκηση πολιτικών προοδευτικών αλλαγών.
Μετά το πρώτο σοκ και την αμηχανία από την καταιγιστική εφαρμογή αντεργατικών μέτρων, χρειάζεται τα συνδικάτα να προβάλουν αιτήματα που να απαντούν στη σημερινή πραγματικότητα με αιχμή:
Μέτρα κατά της ανεργίας και της φτώχειας. Επίδομα ανεργίας για όλους τους ανέργους. Προστασία και ανακούφιση των ανέργων ( ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δωρεάν μετακίνηση)
  • Απόκρουση των απολύσεων στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Επανάκαμψη των διωχθέντων, λόγω των μνημονιακών μέτρων, εργαζομένων στο δημόσιο ( απολύσεις, διαθεσιμότητες). 
  • Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις- Επανάκτηση του δημόσιου τομέα, της δημόσιας περιουσίας, των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων.
  • Αναβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών και των υπηρεσιών που παρέχουν τα κοινωνικά αγαθά
  • Δημόσια κοινωνικά αγαθά για τον λαό και όχι εμπορεύματα. Δημόσια Δωρεάν Παιδεία – Υγεία- Πρόνοια
  • Δημόσια κοινωνική ασφάλιση, επαναφορά της τριμερούς χρηματοδότησης
  • Επαναφορά του θεσμικού πλαισίου των Ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων.
  • Επαναφορά του κατώτατου μισθού στο ύψος που είχε διαμορφωθεί με την ΕΓΣΣΕ- σταδιακή αποκατάσταση του ύψους των μισθών στη προ μνημονίου περίοδο.
  • Κοινή δράση σωματείων και ομοσπονδιών για να δοθεί η μάχη των ΣΣΕ, να διαμορφώσουμε με ουσιαστική συμμετοχή των ίδιων των  εργαζομένων τα διεκδικητικά πλαίσια και να αγωνιστούμε για τις ΣΣΕ που θα διεκδικήσουμε σε κάθε κλάδο.
  • Να αντιμετωπίσουμε τη νέου τύπου οργάνωση του εργοδοτικού μηχανισμού- τις Ενώσεις προσώπων-  που υπογράφουν τις ΣΣΕ για λογαριασμό των εργοδοτών.
  • Επαναφορά και διεύρυνση του εργατικού Δικαίου, κατάργηση του αντεργατικού νομικού πλαισίου για τις εργασιακές σχέσεις. Στόχος μας η πλήρης απασχόληση.
  • Να αντισταθούμε όλοι μαζί, στο άτυπο «ιδιώνυμο» κατά του συνδικαλισμού, να υπερασπιστούμε τις συνδικαλιστικές και δημοκρατικές ελευθερίες.
Ø        Ταυτόχρονα παραμένουν στην πρωμετωπίδα των διεκδικήσεων βασικά πολιτικά αιτήματα που χωρίς αυτά δεν υπάρχει διέξοδος από την κρίση όπως:
§           Κατάργηση των μνημονίων-  Δεν αναγνωρίζουμε το χρέος – να διαγραφεί το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του-  Καμία θυσία για την διάσωση του Ευρώ.
§           Τράπεζες υπό δημόσια ιδιοκτησία και κοινωνικό έλεγχο. Διαγραφή δανείων και προστασία της λαϊκής κατοικίας.
§           Δίκαιο φορολογικό σύστημα, να φορολογηθεί ο μεγάλος πλούτος.
§           Νέο παραγωγικό πρότυπο παραγωγικής ανασυγκρότησης, οικολογικός μετασχηματισμός, αναβάθμιση της μισθωτής εργασίας.
§           Εργατικός και κοινωνικός έλεγχος
ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ Σ.Κ.
Η ακύρωση του θεσμικού πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η τρομοκρατία, οι απολύσεις, η ανεργία, οι απορρυθμισμένες εργασιακές σχέσεις, ο οργανωτικός πολυκερματισμός, έχουν επιφέρει σοβαρά πλήγματα στο ρόλο και τη λειτουργία των συνδικάτων.
Το «σ.κ.» όμως δεν έχει πληγεί μόνο από τις επιπτώσεις της κρίσης και από τις επιθέσεις των αντιπάλων του, αλλά και από τα κακώς κείμενα που εκδηλώνονται στο εσωτερικό του και πλήττουν την αξιοπιστία του, επηρεάζουν αρνητικά  την μαζικοποίησή του, τον ταξικό προσανατολισμό του,  την αγωνιστικότητα και την αποτελεσματικότητά του.
Οι παθογένειες του «σ.κ.», τόσο οι αντικειμενικές όσο και οι υποκειμενικές απαιτούν επειγόντως συνολική προσπάθεια, συνολικό σχεδιασμό ανασύνταξης των συνδικάτων. Για να μπορέσει  το «σ.κ» να επανακτήσει το κύρος και την αξιοπιστία του, να γίνει ικανό να προωθεί τους στόχους του, πρέπει κάνει τομή με το χθες, με τις αρνητικές του πλευρές,  να αντιμετωπίσει τολμηρά ό,τι θολώνει την εικόνα του.
Ανασυγκρότηση του «σ.κ.» σημαίνει ρήξη με τις παθογένειες, να αντιμετωπίσουμε με τόλμη την εσωστρέφεια, τον παραγοντισμό, την εξάρτηση και την συναλλαγή, την βαρονία και την γραφειοκρατική διαχείριση.
Ανασυγκρότηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς να αντικαταστήσουμε τις νοσηρές  πρακτικές, αν δεν επανασυνδεθούμε με τις καθημερινές ανάγκες και τα προβλήματα των εργαζομένων. Αν δεν βρεθούμε μαζί τους στον  καθημερινό αγώνα της ζωής.   
Ανασυγκρότηση για να αντιμετωπίσουμε  τον πολυκερματισμό,  προκειμένου να αναζητήσουμε την οργανωτική δομή που χρειαζόμαστε σήμερα, με τη νεολαία,  τις γυναίκες, τους μετανάστες και τους ελαστικά απασχολούμενους.
Να ενισχύσουμε δυνατά την δημοκρατία στο εσωτερικό του «σ.κ.», να αντιμετωπίσουμε  την νοθεία για  να διασφαλιστεί η γνήσια και ανόθευτη αντιπροσώπευση, να αλλάξουμε τους συσχετισμούς σε όλη τη κλίμακα του «σ.κ.».
Αν πριν 200 χρόνια, η ιστορία γράφτηκε με την ανακάλυψη και την δράση των συνδικάτων και βοήθησε την εργατική τάξη να οργανωθεί και να διεκδικήσει το δικαίωμά της στην ζωή, σήμερα, στην εποχή της σφοδρής επίθεσης του κεφαλαίου ενάντια στους εργαζόμενους, με την διόγκωση της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας, η ιστορία ξαναφέρνει στο προσκήνιο, την αναγκαιότητα των συνδικάτων.
Αν δεν το κάνουμε σήμερα, που καλούμαστε να αναλάβουμε την ιστορική ευθύνη και να επαναθεμελιώσουμε την αξία και την ικανότητα των συνδικάτων,  αν δεν το κάνουμε σήμερα που οι εργαζόμενοι έχουν ανάγκη τα συνδικάτα, τα χρειάζονται,  περισσότερο από ποτέ; τότε πότε;
Αντινεοφιλελεύθερος  προσανατολισμός των συνδικάτων
Στην λαίλαπα της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής επιδρομής και της όξυνσης της ταξικής πάλης, ο ταξικός επαναπροσανατολισμός των συνδικάτων είναι καθοριστικής σημασίας για τον κοινωνικό αλλά και πολιτικό  ρόλο, που καλούνται σήμερα να παίξουν.  Στην ασυμφιλίωτη αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, τα συνδικάτα πρέπει να προσανατολιστούν σταθερά,  στην οργάνωση της αδιάκοπης πάλης των εργαζομένων,  για την βελτίωση των όρων αναπαραγωγής της εργατικής τάξης μέσα στον καπιταλισμό, την υπεράσπιση των αναγκών και των δικαιωμάτων  τους σήμερα.
Ενότητα των εργαζομένων  απέναντι στη διαίρεση και τον κερματισμό
Στη περίοδο κατεδάφισης των πάντων, που διανύουμε,  παρά τις αντιθέσεις, επιβάλλεται ο μέγιστος κοινός βηματισμός του «σ.κ.». Η ενότητα οργάνωσης και δράσης των συνδικάτων, είναι βασική προϋπόθεση για να μπορέσει το «σ.κ.» να εκπροσωπήσει  το σύνολο των εργαζομένων και να αντισταθεί στο σύστημα. Σήμερα ειδικά κάθε σεκταριστική λογική ή κομματική περιχαράκωση είναι καταστροφική και δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αφήνει να κοιμάται ήσυχο. Η πλειοψηφία των εργαζομένων, παρά τις μεγάλες διαιρέσεις και τον κερματισμό  της εργασίας που έχουν επιφέρει οι νεοφιλελεύθερες μνημονικές πολιτικές, έχουν αποκτήσει νέα διευρυμένη βάση συμφερόντων, που τους ενώνει απέναντι στο σύστημα και δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις για κοινή δράση. Τα αιτήματα των συνδικάτων, δεν μπορεί να περιορίζονται στη συντεχνιακή αναφορά, αντίθετα πρέπει να υπερβαίνουν τον κατακερματισμό που επιδιώκεται και να διασφαλίζουν τόσο την εκπροσώπηση  των συλλογικών αιτημάτων των εργαζομένων, όσο και να μεριμνούν για την κοινωνικοποίηση αυτών.
Γραμμή αντιπαράθεσης με  την συνδικαλιστική γραφειοκρατία
Η πλειοψηφία της ηγεσίας του «σ.κ.», δεν στάθηκε μόνο πολιτικά ανεπαρκής να ηγηθεί της μεγάλης σύγκρουσης που έδιναν οι εργαζόμενοι με την κυβέρνηση και την τρόικα, αλλά είναι  πολιτικά εκτεθειμένη, γιατί εντάχθηκε πλήρως στο μνημονιακό μπλόκ και έκανε πλάτες σε όλον τον μνημονιακό σχεδιασμό.
Ωστόσο συνεχίζουν αυτήν την ανεύθυνη τακτική σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε.
Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί πια να συνεχιστεί. Είναι θέμα επιβίωσης των συνδικάτων. Είναι ζήτημα ουσίας που επηρεάζει την αποτελεσματικότητα και τη δυναμική των αγώνων.
Χρειάζεται ριζοσπαστική- αγωνιστική- ταξική στροφή, με συντονισμό, αλληλεγγύη, ενότητα δράσης και σκοπού.
Το «σ.κ.» χρειάζεται αλλαγή συσχετισμών, αλλαγή ηγεσίας, τολμηρή οργανωτική αναδιάρθρωση, ενοποίηση των τριτοβάθμιων οργανώσεων ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ σε μία μαχητική συνομοσπονδία που θα υπερασπίζει και θα προωθεί ενωτικά τα αιτήματα όλης της εργατικής τάξης.
Χωρίς ταμπού στις μορφές των αγώνων
Η αποτελεσματικότητα των αγώνων των εργαζομένων ήρθε στο προσκήνιο ξανά σε μια περίοδο που το κίνημα αναζητά σημάδια για να επιβεβαιωθεί η αξία του αγώνα και της οργανωμένης πάλης
Ο αγώνας ενάντια στο μνημονιακό καθεστώς είναι αγώνας σκληρής πολιτικής σύγκρουσης και απαιτεί μαζικό αγωνιστικό ρεύμα αντίστασης και πάλης, που θα συσπειρώνει όλο το δυναμικό των αντιστάσεων σε μια μάχη ανυποχώρητη και σκληρή.
Αποδείχθηκε ότι δεν πάσχουμε από αριθμό απεργιών αλλά από ένα συνεκτικό, πολύμορφο, αγωνιστικό και απεργιακό κίνημα μακράς πνοής. Αξιοποιώντας όλη την εμπειρία των αγώνων της εργατικής τάξης, αναζητούμε εκείνες τις μορφές αγωνιστικής δράσης που θα εξασφαλίζουν, μαζικότητα, συντονισμό, ενεργοποίηση και αντοχή των ίδιων των εργαζομένων, σε μια στρατηγική κλιμάκωσης διάρκειας και αποτελεσματικότητας, για να μην είναι ούτε δράσεις εκτόνωσης, ούτε απλά  ένας ρηχός κινηματισμός επικοινωνιακού χαρακτήρα και εμβέλειας.
Ανεξάρτητα από τη μορφή, καθοριστικό στοιχείο στην  οργάνωση και την επιτυχία των αγώνων είναι η συμμετοχή των ίδιων των εργαζόμενων στις αποφάσεις. Η σύνδεση της ατομικότητάς τους με την κοινή πάλη. Είναι η οργανωτική διάρθρωση του «σ.κ.», η οικονομική του αυτοδυναμία να οργανώνει τους αγώνες και τις καμπάνιες του.  Παράλληλα  η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, η διεύρυνση των στόχων, οι κοινωνικές συμμαχίες είναι στοιχεία που καθορίζουν την αποτελεσματικότητα των αγώνων.
Σήμερα που οι επιπτώσεις των απάνθρωπων πολιτικών έχουν γίνει κοινές για μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης και του λαού, οι αγώνες μας πρέπει να είναι κοινοί για να είναι αποτελεσματικοί.
Μαζικοποίηση
Στην πολύπλευρη κρίση του «σ.κ.» η συνδικαλιστική του πυκνότητα υποχωρεί εξαιτίας των διαρθρωτικών αλλαγών στην οργάνωση των επιχειρήσεων και της εργασίας, της μεγάλης ανεργίας, της απουσίας των νέων από αυτά, αλλά και της κρίσης αξιοπιστίας, του κύρους και της αποτελεσματικότητάς του.  Η χαμηλή μαζικότητα, το μεγάλο πρόβλημα που υπάρχει ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα πρέπει να ανακοπεί και να αντιστραφεί.
Η μαζικότητα των συνδικάτων θα εξαρτηθεί από τη κατοχύρωση της ενότητάς του, από την ανάκτηση της αξιοπιστίας του,  από τον βαθμό που θα αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα, θα μελετήσει και θα οργανώσει την παρέμβασή του στη νέα ταξική διάρθρωση της μισθωτής εργασίας.
Θα αναζωογονηθεί η πυκνότητά του, αν αναζητήσει την επαφή του με τα νέα κοιτάσματα της μισθωτής εργασίας (νέοι γυναίκες, μετανάστες, ευέλικτα εργαζόμενους, νέοι δυναμικοί κλάδοι π. χ τεχνολογιών,) αν ανοιχτεί στο 92% των επιχειρήσεων που δεν υπάρχει εκπροσώπηση, αν διευρύνει τα αιτήματά του, αν επανασυνδεθεί με τον ταξικό αγωνιστικό ριζοσπαστικό του προσανατολισμό, αν συγκρουστεί με αποκρουστικές συμπεριφορές που αμαυρώνουν την αξία των συνδικάτων και αν ξαναταυτιστεί ο συνδικαλισμός με τον ηρωισμό.
Αυτονομία
Πρωταρχική αρχή για τα συνδικάτα είναι, η αναγνώριση της πάλης των τάξεων, της ασυμφιλίωτης αντίθεσης κεφαλαίου και εργασίας.
Με βάση την αρχή αυτή, διεκδικούμε την αυτονομία του συνδικαλισμού από την ιδεολογία του καπιταλισμού, υπερασπιζόμαστε την οργανωτική και λειτουργική αυτονομία και αυτοτέλεια των συνδικάτων, απέναντι στον άμεσο ή έμμεσο παρεμβατισμό από κυβερνήσεις, κόμματα και εργοδοσία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θέλουμε συνδικάτα αποϊδεολογικοποιημένα και πολιτικά ουδέτερα, σ’ ένα  ρόλο απλού διαχειριστή. Αντίθετα, θέλουμε συνδικάτα ανοιχτά στην διακίνηση ιδεών και στον πολιτικό λόγο, με συνδικαλιστές που θα διακινούν εντός των συνδικάτων την ιδεολογία τους και την πολιτική τους άποψη, θα υπερασπίζονται αδιαπραγμάτευτα τους εργαζόμενους απέναντι σε κάθε κυβερνητική πολιτική που θα θίγει τα συμφέροντά τους. Θα επεξεργάζεται τον προγραμματικό τους λόγο από θέσεις ταξικής αναφοράς αποκτώντας την ικανότητα να προηγείται των εξελίξεων και όχι να έπεται αυτών.
Γνήσια δημοκρατική αντιπροσώπευση των εργαζομένων.
Το «σ.κ.» πρέπει να διεκδικήσει και να κατοχυρώσει με την συμμετοχή όλων των δυνάμεων, την γνήσια και δημοκρατική αντιπροσώπευση των εργαζομένων.
Οι διπλοψηφίες, τα σωματεία φαντάσματα, οι αλλοιώσεις των αποτελεσμάτων, η βιομηχανία αμφίεσης ψηφοφόρων, εξελίσσονται σε νοσηρή γάγγραινα με εκφυλιστικά χαρακτηριστικά, αλλοιώνει τους πραγματικούς συσχετισμούς και ποδηγετεί την βούληση της βάσης των εργαζομένων για την δράση των συνδικάτων.
Ο περιορισμός της πολυδιάσπασης, η θεσμοθέτηση συνδικαλιστικού βιβλιαρίου, η ηλεκτρονική διασταύρωση των μητρώων και ο περιορισμός της θητείας των αντιπροσώπων, αποτελούν βασικά βήματα για την γνήσια αντιπροσώπευση των εργαζομένων και τον περιορισμό της νοθείας στο «σ.κ.».
Πραγματική και ουσιαστική λειτουργία των συνδικάτων.
Τα συνδικάτα μαραζώνουν από τη λειψή συμμετοχή των εργαζομένων, ενώ η απουσία αυτών χαλαρώνει την δημοκρατική τους λειτουργία. Χρειάζεται να αναζωογονηθούν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις με ουσιαστική λειτουργία των οργάνων και όχι με απλή επικύρωση των αποφάσεων που έχουν ληφθεί εκτός αυτών.
Να ενισχυθεί και να  λειτουργήσει το κίνημα στη βάση του, στα κύτταρα του «σ.κ.».  Οι Γενικές Συνελεύσεις να αποκτήσουν κυρίαρχο και αποφασιστικό ρόλο, με ουσιαστικό έλεγχο των οργάνων και δικαίωμα ανάκλησης  των αιρετών, όταν δεν συμβαδίζουν με τις αποφάσεις.
Οι ανοιχτές συμμετοχικές διαδικασίες, οι συγκεντρώσεις, οι περιοδείες, οι θεματικές επιτροπές, θα ενεργοποιήσουν την συμμετοχή των εργαζομένων και θα αποκεντρώνουν τον συγκεντρωτισμό των διοικήσεων, που πολλές φορές συμπεριφέρονται ως αυθεντίες, δεν αισθάνονται την ανάγκη να ακούσουν άλλη γνώμη, τρομοκρατούνται από ψήγματα κριτικής, συντηρητικοποιούνται- γραφειοκρατικοποιούνται μετά από πολύχρονες θητείες και μετατρέπουν σε αυτοσκοπό τη μόνιμη αναζήτηση τρόπων και μεθόδων για την αναπαραγωγή τους.
Ανανέωση συνδικαλιστικών στελεχών
Η αναζωογόνηση του «σ.κ.» δεν μπορεί να προκύψει χωρίς ανάδειξη νέων συνδικαλιστικών στελεχών, που για τα ελληνικά συνδικάτα προκύπτει ως επείγουσα ανάγκη και δεν αντέχει άλλη αναβολή.
·      Ο περιορισμός των θητειών, η πρόβλεψη υποχρεωτικού ποσοστού ανανέωσης
·      Η  πρόβλεψη αντιπροσώπευσης στα όργανα, γυναικών, νέων, μεταναστών, είναι μερικά μέτρα που θα διευκολύνουν  στον αναγκαίο προσανατολισμό της ανανέωσης των στελεχών.
Οικονομική αυτοδυναμία του «σ.κ.»
Το «σ.κ» έχει σοβαρό πρόβλημα οικονομικής αυτοδυναμίας, με μεγάλες ανισότητες της κορυφής σε σχέση με την παρακάτω κλίμακα του.
Η οικονομική αυτοδυναμία του «σ.κ.», δηλαδή η στήριξή του στις συνδρομές των μελών του, πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο, ώστε να απεγκλωβίζεται από εκβιασμούς και διευθετήσεις που ακυρώνουν τον ρόλο του. Το θέμα της οικονομικής αυτοδυναμίας των συνδικάτων πρέπει να αντιμετωπιστεί ενιαία και είναι συνδεδεμένο με τη σωστή διαχείριση των οικονομικών των οργανώσεων και τον περιορισμό της όποιας σπατάλης ή ειδικής μεταχείρισης, αλλά και με την ίδια την πορεία του κινήματος.
Να καταδικαστεί η διαφθορά συνδικαλιστών που ντροπιάζουν την ιδιότητα του συνδικαλιστή, να περιφρουρήσουμε την σωστή διαχείριση με ειδική επιτροπή ελέγχου, υποχρεωτική δημοσίευση των οικονομικών πεπραγμένων των τριτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων.
Κώδικας δεοντολογίας για το «σ.κ.».
Τα φαινόμενα διαφθοράς, ιδιοτέλειας, πελατειακών σχέσεων, χρηματισμού, αλλά και προσωπικής πολιτικής τακτικής, αποτελούν μελανά σημεία για το σ.κ. και χωρίς να αφορούν όλους, η εικόνα που σχηματίζουν συνδικαλιστικά στελέχη με τη συμπεριφορά και τη στάση τους, αποτελεί προσβολή για όλους μας.
Συνδικαλιστές που έγιναν υπουργοί και από τη μια μέρα στην άλλη «άλλαξαν στρατόπεδο» συναλλαγής και «βολέματος», όπως και η πρόσδεση στα συμφέροντα του εργοδότη, απαξιώνουν τον ρόλο και το ήθος των συνδικαλιστών, συνεπώς και το κύρος των συνδικάτων.
Ο συνδικαλισμός είναι συνυφασμένος και πρέπει να ξαναγίνει υπόδειγμα ανιδιοτέλειας, ηθικής ακεραιότητας, δημοκρατικής συμπεριφοράς, σεβασμού στη θέληση των εργαζομένων. Οι πελατειακές σχέσεις, η ανοχή στα φαινόμενα της νοθείας, συνδικαλιστικές άδειες που δεν υπηρετούν τις ανάγκες των εργαζομένων, όλη η εκφυλιστική συμπεριφορά που υπάρχει σε μέρος του «σ.κ.» πρέπει να καταδικαστούν. Το «σ.κ.» πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην εξυγίανση και αυτοκάθαρσή του, να επαναφέρει τη αξία της συνδικαλιστικής δράσης.
Να θεσμοθετηθεί κώδικας ηθικής και δεοντολογίας για τα συνδικαλιστικά στελέχη, που θα αποτρέπει αυτά τα φαινόμενα, θα εκθέτει αυτούς που τα προκαλούν και θα συμβάλλει στην ηθική αποκατάσταση του «σ.κ.»
Κώδικας Δεοντολογίας και συμπεριφοράς στο εσωτερικό του κινήματος που θα επικεντρώνεται μεταξύ των άλλων στα παρακάτω:
·  Θα θεωρεί ασυμβίβαστη την ιδιότητα του συνδικαλιστή και του στελέχους με θέση κυβερνητικής ευθύνης.
·      Θα απαγορεύει τη συμμετοχή σε περισσότερες  από μία επιτροπές ή Δ.Σ.
·     Οι αμοιβές που απορρέουν από τέτοιες συμμετοχές να οδηγούνται σε ειδικό λογαριασμό στήριξης των συνδικάτων ή σε απεργιακά ταμεία.
·   Περιορισμό  συνεχόμενων θητειών στα όργανα, με πρώτο κύκλο εφαρμογής του στις τριτοβάθμιες οργανώσεις. 
 
Συγκρότηση προεδρείων
Οι αλλαγές σε όλα τα επίπεδα είναι καταιγιστικές, τίποτα δεν έχει μείνει ίδιο, βεβαιότητες και παραδοχές καταρρίπτονται, επιλογές δοκιμάζονται αν αντιστοιχούν με την εποχή.
Οι αλλαγές αυτές συντελούνται και μέσα στο εργατικό κίνημα, πολλά είναι διαφορετικά από χθες, νέες δυσκολίες αλλά και νέες ευκαιρίες για το «σ.κ.» παρουσιάζονται.
Στην συγκυρία αυτή δοκιμάζονται οι θέσεις, η στάση, οι ευθύνες των παρατάξεων σε στιγμές κρίσιμες για το «σ.κ» και την εργατική τάξη.
Μέσα στο «σ.κ.», διαμορφώνεται ένα νέο τοπίο τακτικής, οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ έχουν συγκροτήσει μια νέα συμμαχία το μνημονιακό-εργοδοτικό μπλοκ.
Το ΠΑΜΕ τον τελευταίο χρόνο, ειδικά μετά τις πολιτικές εξελίξεις των εκλογών του Ιούνη και το νέο πολιτικό ρεύμα ανατροπής που διαμορφώνεται, μετακινεί την γραμμή του ακόμη πιο σεκταριστικά.
Σήμερα έχουμε, οργανωτικά ενιαίο το «σ.κ.» μόνο στον τύπο, στην ουσία λειτουργεί όλο και πιο πυκνά διασπασμένο.
Το ΠΑΜΕ, δεν συγκροτείται απλά εκτός του οργανωμένου σ.κ. αλλά  βάζει εμπόδια στην θεσμική λειτουργία των οργάνων, αυτό το νέο σκηνικό θέτει νέες δυσκολίες μέσα στα συνδικάτα.
Στα νέα δεδομένα, αποτελεί ερωτηματικό το εάν μπορεί να δώσει αποτελεσματικές απαντήσεις η αντιπροσωπευτική-αναλογική συγκρότηση προεδρείων, που αποτελούσε το γενικό κανόνα όλα αυτά τα χρόνια για τις συνδικαλιστικές δυνάμεις μας.
Σήμερα για τη συγκρότηση των προεδρείων, αλλά και την λειτουργία των διοικήσεων, προκύπτουν νέες τακτικές των παρατάξεων, διαμορφώνοντας ένα νέο σκηνικό, ανεξάρτητα από τις δικές μας προθέσεις, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, για να μην οδηγηθεί το «σ.κ.» στον απόλυτο εκφυλισμό.
Οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, αρνούνται την συμμετοχή τους-  στην μέχρι σήμερα- αντιπροσωπευτική συγκρότηση των προεδρείων, αλλά ούτε διευκολύνουν την δημιουργία προϋποθέσεων για την συγκρότηση προεδρείων σε αγωνιστική κατεύθυνση, που σε ορισμένες περιπτώσεις προκύπτει ως επιτακτική και απόλυτη ανάγκη.
Η συγκρότηση των προεδρείων τελικά εξελίσσεται σε κυρίαρχο θέμα , και εξαιτίας της μη σωστής και δημοκρατικής λειτουργίας του «σ.κ.». Η αποκατάσταση της ουσιαστικής εσωτερικής λειτουργίας των συνδικάτων, με συχνές και πραγματικές συνεδριάσεις των διοικήσεων και των γενικών συνελεύσεων, μπορούν να εγγυηθούν την ομαλή και δημοκρατική λειτουργία των συνδικάτων.
Οργανωτική δομή
Ενιαία εκπροσώπηση της μισθωτής εργασίας
Το οργανωτικό μοντέλο των ελληνικών συνδικάτων έχει υπερβεί τα όριά του, ενώ είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού, ότι πρέπει να αναζητήσει τις αλλαγές που απαιτούν οι καιροί.
Χρειαζόμαστε μια νέα οργανωτική δομή των συνδικάτων, που θα υπερβεί τον πολυκερματισμό, τις παρωχημένες διαφοροποιήσεις του παρελθόντος ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό, θα κατοχυρώσει την ένταξη όλων των εργαζομένων. Θα ενισχύσει την δημοκρατική τους λειτουργία, θα θεσπίσει συγκεκριμένα μέτρα για γνήσια και ανόθευτη αντιπροσώπευση της βούλησης των εργαζομένων, θα ανανεώσει το περιεχόμενο δράσης, ώστε να εκπροσωπεί και να υπερασπίζεται με σαφή ταξικό προσανατολισμό τα συμφέροντα της εργατικής τάξης συνολικά.
Η συζήτηση για την οργανωτική δομή των συνδικάτων  πρέπει να συνδεθεί με τις νέες μορφές οργάνωσης του κεφαλαίου, τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και στο περιεχόμενο της εργασίας, το σύστημα της συλλογικής διαπραγμάτευσης, την ελληνική και διεθνή εμπειρία.
Η συζήτηση  για τις αναγκαίες αλλαγές στην οργανωτική δομή του «σ.κ.» πρέπει να ανοίξει και να καταλήξει με συντεταγμένο τρόπο και προσδιορισμένο χρονικό ορίζοντα σε όλη την κλίμακα του «σ.κ.».
Σήμερα όμως, έχει ωριμάσει η ανάγκη για ενιαία οργάνωση  της μισθωτής εργασίας σε τριτοβάθμιο επίπεδο, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Μπορούμε να προχωρήσουμε  σε καταστατικά συνέδρια των τριτοβάθμιων οργανώσεων για την ενοποίηση της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, υλοποιώντας την σχετική απόφαση που υπάρχει.
1.    Καταστατικά συνέδρια για ενοποίηση  ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.
2.    Θεσμικές τροποποιήσεις, για να εγγράφονται στα σωματεία όλοι οι εργαζόμενοι ανεξάρτητα από τύπο εργασιακής σχέσης.
Η συζήτηση για την οργανωτική δομή του σ.κ. να αναπτυχθεί  με την συμμετοχή όλου του φάσματος του εργατικού κινήματος, ανεξάρτητα από την συνδικαλιστική τους εκπροσώπηση, χρειάζονται οι προβληματισμοί όλων των απόψεων, για να προχωρήσουμε σε ουσιαστικές αλλαγές που θα  ανασυγκροτούν το σ.κ. θα επαναθεμελιώνουν τον ρόλο του, θα επαναφέρουν τις αξίες και θα συνθέτουν τον συνδικαλισμό της εποχής μας.
ΣΥΓΚΡΟΤΟΥΜΕ  ΝΕΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ
Η ένταση της επίθεσης των δυνάμεων του κεφαλαίου, τα νέα δεδομένα που έχει διαμορφώσει η πρωτοφανής επίθεση, η ανάγκη επανεκκίνησης και ανασυγκρότησης του «σ.κ», για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της σύγχρονης εργατικής τάξης, αλλά και των γενικότερων συμφερόντων των εργαζομένων, η ενιαία παρέμβαση των ριζοσπαστικών ταξικών δυνάμεων στο σ.κ, αποτελούν τους βασικούς λόγους για τη δημιουργία της νέας συλλογικότητας.
Ενώνουμε τις δυνάμεις μας, εργαζόμενοι και εκλεγμένοι συνδικαλιστές, που τα προηγούμενα χρόνια δραστηριοποιηθήκαμε σε όλη τη κλίμακα του «σ.κ», στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, που ανήκαμε σε ξεχωριστές συλλογικότητες, ανεξάρτητοι ριζοσπάστες συνδικαλιστές, συνδικαλιστές που αποδεσμεύτηκαν από παρατάξεις που συμμετείχαν πριν και συναντηθήκαμε σε μικρές και μεγάλες μάχες για την υπεράσπιση των εργαζομένων.
Τα τελευταία χρόνια μέσα στους αγώνες των εργαζομένων, στους δρόμους, τα κινήματα, τις πλατείες και στις καταλήψεις, κατακτήθηκε μια συναντίληψη  για την κατάσταση του σκ, για τον ρόλο του, για την ανάπτυξή του. Μαζί ανοίγουμε νέους συλλογικούς αγωνιστικούς δρόμους, φιλοδοξώντας να δημιουργήσουμε ένα νέο τοπίο στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Η συλλογικότητα  που δημιουργούμε  δεν ξεκινά από το πουθενά, αποτελεί την ιδεολογική, πολιτική και συνδικαλιστική συνέχεια διαφόρων συλλογικοτήτων που υπήρχαν και υπάρχουν στο «σ.κ». Βασίζεται στις μεγάλες ριζοσπαστικές, κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις που δημιουργήθηκαν, στην αναγκαιότητα των ευρύτερων συσπειρώσεων που απαιτούνται. Στηριζόμαστε σε θέσεις και αρχές που πηγάζουν από τις ιστορικές αξίες του εργατικού κινήματος, την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη, την αγωνιστική  ενότητα και πάλη.
Μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών που συμμετέχουν στη προσπάθεια αυτή, μπορεί να έχει αναφορά ή να ανήκει στο χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς, αλλά συναντιέται και με νέες δυνάμεις με διαφορετικές διαδρομές, με διαφορετικές επιλογές. .
Φιλοδοξούμε να αναδειχτεί, να λειτουργήσει, να αναπτυχθεί και να δράσει ως ένα ταξικό, αντινεοφιλελεύθερο αυτόνομο, μαχητικό, πολιτικοποιημένο, δημοκρατικό, μαζικό, ενωτικό ρεύμα μέσα στο «σ.κ».
Διατηρώντας το ιδεολογικο-πολιτικό-συνδικαλιστικό της πλαίσιο ως βάση αναφοράς, ανάλυσης και τεκμηρίωσης, βασίζεται στην αυτόνομη λειτουργία της, μέσα από τα συλλογικά όργανα που θα δημιουργηθούν και θα έχουν την αποκλειστική ευθύνη για την παραγωγή των θέσεων και της τακτικής που θα ακολουθεί.
Συγκροτούμε ένα ζωντανό δημοκρατικό συλλογικό φορέα που θα λειτουργεί ενιαία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα. θα επεξεργάζεται ενιαία και συνολικά τα προβλήματα των διαφόρων τμημάτων της εργατικής τάξης, με τις επεξεργασίες, τις θέσεις και τις προτάσεις θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ενότητα της δράσης του συνόλου των εργαζομένων. Με τις αντίστοιχες δομές σε κλαδικό και τοπικό επίπεδο ανάλογες με τη δομή του «σ.κ.» θα επεξεργάζεται τα ιδιαίτερα κλαδικά ή τοπικά προβλήματα.
Η νέα συλλογικότητα επιδιώκουμε να μαζικοποιηθεί με την συμμετοχή και τη δράση νέων στελεχών και αγωνιστών, να παρέμβει με τις θέσεις, τις προτάσεις και κυρίως με την ανιδιοτελή δράση των μελών και των στελεχών της.
Εντάσσονται στην νέα συλλογικότητα όλοι όσοι πιστεύουν στις βασικές αρχές και αξίες της. Οι επιμέρους διαφορετικές απόψεις, δεν αποτελούν εμπόδιο στην μαζικοποίηση της παράταξης, αντίθετα λειτουργούν προωθητικά, μπολιάζοντας το συλλογικό αποτέλεσμα των επεξεργασιών και της δράσης της.
Είμαστε αισιόδοξοι, αντλούμε την δύναμή μας από τον συνδικαλισμό της ηρωικής προσφοράς
Τολμάμε να αντικρίζουμε κατάματα τα προβλήματα που υπάρχουν στο εσωτερικό μας, να περιγράφουμε τις παθογένειές του, να ξύνουμε πληγές που δημιούργησαν οι επιλογές και οι πρακτικές μιας μειοψηφικής συμπεριφοράς συνδικαλιστών που ακυρώνουν και αμαυρώνουν όμως συνολικά την προσφορά και το κύρος των συνδικάτων.
Το σ.κ. όμως δεν έχει μόνο την αρνητική πλευρά, υπάρχει και η άλλη όψη του συνδικαλισμού, που δεν πρέπει να την αφήνουμε να χάνεται, να επισκιάζεται από την νοσηρή συμπεριφορά της συμβιβασμένης ηγεσίας.
Είναι ο συνδικαλισμός των μεγάλων εργατικών αγώνων, των συγκλονιστικών διαδηλώσεων που διεθνοποίησαν τους αγώνες των εργαζομένων και του ελληνικού λαού.
Είναι ο συνδικαλισμός των εργαζομένων στην Χαλυβουργία, στην ΕΡΤ, στις συγκοινωνίες, στην Υγεία, στην Παιδεία, στους ΟΤΑ,  στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις με εργαζόμενους στην επισφάλεια.
Είναι οι αγώνες ενάντια στις απολύσεις, αγώνες για τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας, ενάντια στην τρομοκρατία και στην εργοδοτική αυθαιρεσία.
Είναι οι αγώνες για την δημοκρατία, ενάντια στον φασισμό και στις εγκληματικές δράσεις της Χρυσής Αυγής.
Είναι αμέτρητοι οι συνδικαλιστές που δίνουν με αυταπάρνηση, με αυτοθυσία, με ανιδιοτέλεια, με απειλές, με δικαστικές διώξεις, τη μεγάλη μάχη για την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Υπάρχουν ισχυρά και πολλά παραδείγματα συνδικάτων και συνδικαλιστών που εκπροσωπούν επάξια  με την στάση τους, με τους αγώνες τους, την αυτοθυσία τους, τις αξίες και τις αρχές του συνδικαλισμού.
Είναι η άλλη όψη του συνδικαλισμού, που φοβάται και τρέμει το σύστημα, που κρύβουν τα ΜΜΕ, είναι η μαγιά για τον συνδικαλισμό της εποχής μας, που χτίζουν τις νέες μεγάλες στιγμές του συνδικαλισμού.

Εκεί στηριζόμαστε και με αυτοπεποίθηση αγωνιζόμαστε, για την ανασύνταξη και την ανασυγκρότηση των συνδικάτων, για να γίνουν πρωταγωνιστές και νικητές οι συλλογικές αξίες που θα δώσουν με όραμα την μεγάλη μάχη της εποχής μας.